Αντιπλημμυρική θωράκιση Θεσσαλίας: Απαιτείται ολιστικός ανασχεδιασμός με μικρά, στοχευμένα έργα και οδηγό τη φύση
Μέσα σε 2 χρόνια δυο φορές δοκιμάστηκαν οι αντοχές του θεσσαλικού κάμπου από ραγδαίες βροχοπτώσεις μόνο που ο Ντάνιελ πολλαπλασίασε την καταστροφή του Ιανού. Τα αντιπλημμυρικά συστήματα δεν λειτούργησαν και τώρα απαιτείται ολιστικός ανασχεδιασμός ακολουθώντας τους κανόνες της επιστήμης, όπως επισημαίνουν πανεπιστημιακοί καθηγητές και ερευνητές που ασχολούνται με το αντικείμενο.
«Όλα τα μοντέλα και όλες οι αναλύσεις θα πρέπει να αναθεωρηθούν. Και στην περιφέρεια Θεσσαλίας η κατάσταση με τα αντιπλημμυρικά έργα είναι τραγική. Τα πρώτα έργα θα πρέπει να είναι στα ορεινά, τα λεγόμενα έργα ορεινής υδρονομίας, ακόμα μικρά έργα ανάσχεσης των πρώτων πλημμυρικών φαινομένων πριν γίνουν τεράστιοι όγκοι» τονίζει ο Νικήτας Μυλόπουλος, καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και επικεφαλής του εργαστηρίου υδρολογίας.
Την ανάγκη για πολλά, μικρά, στοχευμένα έργα επεσήμανε και ο Νίκος Θεοδοσίου, Καθηγητής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ: «Δεν έχει νόημα να κάνεις έργα στις εκβολές. Πρέπει να ξεκινήσουμε από τα έργα τα γρήγορα: μικρά αναχώματα, μικροί αναβαθμοί να συγκρατήσουν το νερό κατά την ανάπτυξη του πλημμυρικού κύματος. Πολλές φορές ξεκινάμε με μεγαλεπήβολα έργα τα οποία χρειάζονται πάρα πολύ χρόνο και κόστος».
Η επιστήμη πρέπει να ακούσει τη φύση και να σχεδιάσει με βάση τη δυναμική των φαινομένων αφήνοντας χώρο στα ποτάμια και ανοιχτά πλημμυρικά πεδία χωρίς δόμηση πέριξ. Μόλις την άνοιξη ολοκληρώθηκε πρόγραμμα κατάρτισης των δήμων από το ΑΠΘ για τη διαχείριση ρεμάτων που όμως δεν πρόλαβε να εφαρμοστεί.
«Το κύριο που πρέπει να γίνει είναι η οριοθέτηση όλων των υδατορεμάτων. Κτίρια τα οποία ήταν χτισμένα στις όθες ποταμών και ρεμάτων σημαίνει ότι το νερό έπρεπε να έχει οριοθετηθεί. Αν αλλάξουμε τη μορφολογία του εδάφους γιατί θέλουμε εμείς οι άνθρωποι να δημιουργήσουμε κάτι, κάποια στιγμή θα το βρούμε μπροστά μας, το ποτάμι θα θέλει να περάσει από εκεί που περνούσε, το νερό έχει μνήμη» υποστηρίζει η Αντιγόνη Ζαφειράκου, αναπληρώτρια καθηγήτρια υδραυλικής στο τμήμα πολιτικών μηχανικών του ΑΠΘ.
Το ΕΛΚΕΘΕ εδώ και 5 χρόνια αθόρυβα έχει εγκαταστήσει σε λίμνες και ποτάμια της Ελλάδας 60 υδρο-μετεωρολογικούς σταθμούς για να παρακολουθεί την πλημμύρα την ξηρασία ακόμη και τη ρύπανση. Αρκετοί τέτοιοι σταθμοί υπάρχουν και στον Πηνειό και παρακολουθούσαν την πορεία της στάθμης τις ημέρες της πλημμύρας. Αλλά είναι εκτός επιχειρησιακού σχεδιασμού.
«Πρόκειται για είναι ένα ερευνητικό εργαλείο που θα μπορούσε και θα έπρεπε να αξιοποιηθεί σε θέματα πολιτικής προστασίας. Για παράδειγμα από τη Νομή Τρικάλων μέχρι τα Τέμπη χρειάζονται 30 ώρες για να φθάσει το νερό. Αυτό σημαίνει πως οι αρχές έχουν χρόνο να αντιδράσουν να μετριάσουν τις επιπτώσεις από πιθανή πλημμύρα», υποστηρίζει ο Ηλίας Δημητρίου, γεωλόγος και ερευνητής στο ΕΛΚΕΘΕ.
Αμέσως μετά τη λήξη της κρίσης θα ξεκινήσει ο ανασχεδιασμός της αντιπλημμυρικής πρόληψης Μια προσπάθεια στην οποία το επιστημονικό δυναμικό των ελληνικών πανεπιστημίων με την έρευνα και την τεχνογνωσία μπορεί να συμβάλει τα μέγιστα.
Πηγή: ΕΡΤ / Ρεπορτάζ: Κατερίνα Χριστοφιλίδου