Νοσοκομειακοί γιατροί: Αρνούνται τη δωρεά του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος»
Η απόφαση του Ιδρύματος «Σταύρος Νιάρχος» να προσφέρει το ποσό ύψους 6,9 εκατ. ευρώ στους εργαζόμενους των ΜΕΘ στα δημόσια νοσοκομεία αναφοράς για τον κορωνοϊό (από 1.500 ευρώ σε γιατρούς, νοσηλευτές και προσωπικό καθαριότητας) ήχησε ως διχαστική στα αυτιά των νοσοκομειακών γιατρών, προκαλώντας την αντίδραση της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδας (ΟΕΝΓΕ). Προπομπός της στάσης αυτής ήταν η άρνηση Μιχάλη Ρίζου, Προέδρου του Σωματείου Εργαζομένων του Νοσοκομείου Αττικόν, να αποδεχτεί το ποσό που του αναλογεί, υπογράφοντας υπεύθυνη δήλωση.
Οι εκπρόσωποι του Ιδρύματος μιλούν για συμβολική αναγνώριση του έργου τους κατά το κρίσιμο διάστημα της πανδημίας. Όμως, από την άλλη πλευρά, εκπρόσωποι της ΟΕΝΓΕ υποστηρίζουν πως οι χρηματικές ή άλλες δωρεές δεν μπορούν να υποκαταστήσουν τον ρόλο του κράτους έναντι των εργαζομένων στο ΕΣΥ, ενώ χαρακτηρίζουν και τον τρόπο αυτής της προσφοράς διχαστικό για το σύνολο των εργαζομένων. Και αυτό γιατί τα χρήματα της δωρεάς πρόκειται να δοθούν μόνο στους συγκεκριμένους εργαζόμενους και όχι στο σύνολο του ιατρονοσηλευτικού προσωπικού των δημόσιων νοσοκομείων.
Το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος υπογράμμισε, πάντως, με την ανακοίνωσή του, ότι, εκτός από τους γιατρούς, νοσηλευτές και τους εργαζόμενους καθαριότητας στους οποίους απευθύνεται η ενίσχυσή του, είναι πολλοί ακόμη οι άνθρωποι που πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους και έβαλαν σε κίνδυνο τη ζωή τους κατά την διάρκεια της αντιμετώπισης της πανδημίας, πλην όμως δεν μπορεί να προσφέρει σε όλους.
Από την πλευρά της, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Εργαζομένων Δημόσιων Νοσοκομείων (ΠΟΕΔΗΝ) καταγγέλλει -και αυτή- τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η διαχείριση αυτής της μεγάλης δωρεάς από το υπουργείο Υγείας και τους διοικητές των νοσοκομείων που περιέθαλψαν περιστατικά κορωνοϊού.
Στις 8 Ιουνίου ο Μιχάλης Ρίζος έγραψε σε υπεύθυνη δήλωση:
«Δεν επιθυμώ να λάβω την δωρεά του ιδρύματος διότι την θεωρώ διαχωριστική σε σχέση με τους άλλους συναδέλφους μου όλων των τμημάτων, κλάδων και ειδικοτήτων, που ήταν παρόντες στη μάχη της δημόσιας υγείας, άσχετα αν δεν υπηρέτησαν στα συγκεκριμένα τμήματα που αναφέρει η δωρεά. Επιπλέον, τη θεωρώ υποκριτική σε σχέση με την κυβερνητική πολιτική και πρακτική, που επιχειρεί να αντικαταστήσει με έκτακτα ποσά και δωρεές, τη μόνιμη μισθοδοσία, τις αυξήσεις μισθών και την επαναφορά του 13ου και του 14ου μισθού. Η μάχη για γενναιόδωρη κρατική ενίσχυση του ΕΣΥ, αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε αξιοπρεπώς ενδεχόμενο δεύτερο κύμα πανδημίας, αλλά και γενικά, αν ιεραρχούμε την αξία της ανθρώπινης ζωής, είναι ακόμα επίκαιρη!»