ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Αναβρασμός στη μεσαία τάξη για το νέο φορολογικό

Με κοινή τους ανακοίνωση 10 φορείς εξαγγέλλουν συντονισμό της δράσης τους και κινητοποίηση στις 22 Νοεμβρίου

Μίλησαν στην «Εφ.Συν.»: ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, Δ. Βερβεσός, ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Γ. Χατζηθεοδοσίου, ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας, Π. Ραβάνης, ο πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, Γ. Καρανίκας, ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ), Γ. Καββαθάς, και ο πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος, Γ. Στασινός.

Μπροστά στον κίνδυνο σοβαρής ρήξης των σχέσεών της με τη μεσαία τάξη βρίσκεται η κυβέρνηση εξαιτίας της πρωτοβουλίας της να επιβάλει νέο σύστημα φορολόγησης για τους ελεύθερους επαγγελματίες. Η πρωτοβουλία αυτή έχει προκαλέσει γενικό αναβρασμό στον χώρο των μικρομεσαίων και ήδη 10 φορείς του χώρου έχουν ανακοινώσει συντονισμό δράσεων και κινητοποίηση στις 22 Νοεμβρίου.

Με ανακοινώσεις τους όλοι οι φορείς των μικρομεσαίων ασκούν δριμεία κριτική στην κυβέρνηση κατηγορώντας την για άδικη φορολόγηση και μέτρα «επί δικαίους και αδίκους». Ξαφνικά η κυβέρνηση που έχτισε το πολιτικό της προφίλ -μεταξύ άλλων- στις φοροελαφρύνσεις και στο πρόταγμα «λιγότεροι φόροι», βρίσκεται στη δεινή θέση να κατηγορείται εμμέσως πλην σαφώς για «φορομπηχτική» πολιτική η οποία θα επιφέρει δεινό πλήγμα στη «μαρίδα» των μικρομεσαίων, την ατομική επιχείρηση.

Από τον Κατρούγκαλο στον Χατζηδάκη

Παρ’ όλο που πρόκειται για κυβερνητική πολιτική η οποία αποφασίστηκε σε υπουργικό συμβούλιο και όχι για προσωπική έμπνευση ή πρωτοβουλία του υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κ. Χατζηδάκη, ήδη άρχισαν οι συγκρίσεις ανάμεσα στις προεκλογικές δηλώσεις του κ. Κατρούγκαλου περί επαναφοράς του συντελεστή 20% για τις ασφαλιστικές εισφορές των ελεύθερων επαγγελματιών και το νομοσχέδιο του υπουργού Οικονομικών κ. Χατζηδάκη.

Κάποιοι υπενθυμίζουν ότι τις «ατυχείς» δηλώσεις του κ. Κατρούγκαλου αξιοποίησε στο έπακρο προεκλογικά η Ν.Δ., με τον πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη να δηλώνει ότι ο πρώην υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ ήταν «μαρτυριάρης» καθώς αποκάλυπτε τους φορομπηχτικούς σχεδιασμούς του ΣΥΡΙΖΑ για τη μετεκλογική του πολιτική. Τώρα στον χώρο των ελεύθερων επαγγελματιών σχολιάζουν ότι το φορολογικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης είναι πολύ πιο «βαρύ» σε σχέση με τις συνέπειες των προτάσεων Κατρούγκαλου.

Ακόμη χειρότερα για την κυβέρνηση, τη συζήτηση περί ευρύτερου σχεδίου φορολογικών επιβαρύνσεων πυροδότησαν οι δηλώσεις του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ), Γιάννη Στουρνάρα, για επανεξέταση του συνόλου των φοροαπαλλαγών, δηλαδή ντε φάκτο… νέα φοροεπιβάρυνση.

Υπάρχουν πολλών ειδών φοροαπαλλαγές, που αφορούν τις μεγάλες επιχειρήσεις και τα κέρδη («θρυλικές» είναι οι δεκάδες φοροαπαλλαγές προς τους εφοπλιστές που καθιστούν τη φορολόγησή τους σχεδόν… προαιρετική, ενώ πρόσφατη είναι η μείωση της φορολογίας των μερισμάτων), αλλά και φοροαπαλλαγές κοινωνικού χαρακτήρα.

Συνολικά η δημόσια συζήτηση και η διελκυστίνδα μεταξύ μικρομεσαίων και κυβέρνησης για τη φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών παίρνει πολύ δυσάρεστη τροπή για την κυβέρνηση. Η απόπειρα να διασκεδάσει τις εντυπώσεις με το επιχείρημα ότι από τα έσοδα που θα αποφέρει η φορολόγησή τους θα δημιουργηθεί δημοσιονομικός χώρος για φοροελαφρύνσεις δεν αλλάζει ούτε τους όρους, ούτε το «έδαφος» της συζήτησης.

Η μάχη των επιχειρημάτων

Οσον αφορά τη μάχη των επιχειρημάτων, από την πλευρά της κυβέρνησης προβάλλονται στατιστικά στοιχεία για τη συνεισφορά των φορολογικών εσόδων από τους ελεύθερους επαγγελματίες στα συνολικά φορολογικά έσοδα (που στην Ελλάδα είναι σημαντικά κατώτερη του αντίστοιχου ευρωπαϊκού μέσου όρου: 0,8% του ΑΕΠ έναντι 2,6%) καθώς και στοιχεία της ΑΑΔΕ που δείχνουν ότι πολύ μεγάλο ποσοστό των ελεύθερων επαγγελματιών δηλώνει πολύ χαμηλά εισοδήματα και δεν φορολογείται. Το 54% των αμιγώς ελεύθερων επαγγελματιών δηλώνουν μηδενικό εισόδημα, ενώ το 85% αυτών δηλώνει ετήσιο εισόδημα κάτω από τις 10.000 ευρώ.

Αυτό είναι άδικο, λέει η κυβέρνηση, για τους μισθωτούς και συνταξιούχους, που δεν μπορούν να αποκρύψουν εισοδήματα και φορολογούνται για το σύνολο των εισοδημάτων τους.

Κατά την κυβέρνηση αυτά -και άλλα ανάλογα- τεκμηριώνουν ότι στον χώρο των ελεύθερων επαγγελματιών υπάρχει εκτεταμένη φοροδιαφυγή. Με βάση αυτή την παραδοχή ακολουθούν επιχειρήματα για τα οφέλη από τα έσοδα της φορολόγησης: θα αυξηθούν οι δαπάνες για υγεία και παιδεία, θα καλυτερεύσουν τα δημοσιονομικά κ.λπ.

Ο αντίλογος περιλαμβάνει τα εξής βασικά επιχειρήματα:

● Οι ελεύθεροι επαγγελματίες δεν έχουν αφορολόγητο, σε αντίθεση με τους μισθωτούς.

● Τα 10.920 ευρώ τεκμαρτού εισοδήματος που προβλέπει το νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών για τους ελεύθερους επαγγελματίες είναι ο μικτός κατώτατος μισθός επί 14 μήνες. Για τους μισθωτούς είναι ο καθαρός κατώτατος μισθός επί 14 μήνες, οπότε προκύπτει ετήσιο φορολογητέο εισόδημα 9.380 ευρώ.

● Οι ελεύθεροι επαγγελματίες επιβαρύνονται με ένα 20-30% από τις τριετίες.

● Επιβαρύνονται με το 10% του μισθολογικού κόστους των υπαλλήλων τους.

Ολοι οι φορείς που συμμετέχουν στο «μέτωπο» το οποίο έχει δημιουργηθεί προσθέτουν ότι η φοροδιαφυγή δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί με οριζόντια μέτρα «επί δικαίους και αδίκους», αλλά με άλλες πολιτικές.

Πίσω από τις γραμμές μπορεί να διαβάσει κανείς και τη βαριά υποψία ότι, αντί να συλλαμβάνει τη φοροδιαφυγή των «μεγάλων», το νομοσχέδιο της κυβέρνησης στοχοποιεί και απειλεί με εξολόθρευση τους «μικρούς», τη «μαρίδα» των ατομικών επιχειρήσεων που προσπαθούν να επιβιώσουν όπως όπως, για να μεγαλώσει κι άλλο ο «χώρος» κερδοφορίας για τους μεγάλους.

Τι λένε οι φορείς των ελεύθερων επαγγελματιών για το φορολογικό νομοσχέδιο

Ιωάννης Χατζηθεοδοσίου

Αναβρασμός στη μεσαία τάξη για το νέο φορολογικό 1

● Πρόεδρος Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών και επίτιμος διδάκτορας Παν/μίου Πειραιά

Πάγια θέση του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών είναι ότι η φοροδιαφυγή συνιστά μια σκληρή μορφή αθέμιτου ανταγωνισμού έναντι των συνεπών. Είμαστε επομένως υπέρ της πάταξής της. Οι παρεμβάσεις όμως που έχει εξαγγείλει και προωθεί η κυβέρνηση για τη φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών δεν φαίνεται να εξυπηρετούν αυτόν τον σκοπό. Δεν καταλήγουν να αποτρέπουν τη φοροδιαφυγή.

Αυτό που κάνουν είναι να βάζουν στο «ίδιο τσουβάλι» όλους τους επαγγελματίες, μέρος των οποίων έχει πράγματι εισόδημα κάτω των 10.900 ευρώ. Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι μετά από 15 χρόνια κρίσης στη χώρα και με την ακρίβεια να συνεχίζει να κατατρώει τα έσοδα νοικοκυριών και επιχειρήσεων δεν είναι λίγοι αυτοί που αντιμετωπίζουν ακόμη σοβαρές δυσκολίες. Πώς θα προστατευτούν όλοι αυτοί;

Η οριζόντια φορολογική αντιμετώπιση είναι άνιση και άδικη. Η κυβέρνηση οφείλει να επανεξετάσει τις σχεδιαζόμενες παρεμβάσεις. Για την πάταξη της φοροδιαφυγής απαιτείται ισχυρή πολιτική βούληση αλλά και ένα συνολικό και επεξεργασμένο σχέδιο που να περιλαμβάνει όλους –και τους «μικρούς» αλλά και τους «μεγάλους». Με φοροαπαλλαγές στους πολίτες για τη συγκέντρωση αποδείξεων, εντατικοποίηση των ελέγχων και των διασταυρώσεων, διεύρυνση της χρήσης «πλαστικού χρήματος» με παράλληλη μείωση των προμηθειών-χρεώσεων των τραπεζών για συναλλαγές μέσω POS. Αυτή τη στιγμή μιλάμε για αποσπασματικά μέτρα που δεν λύνουν το πρόβλημα. Θα βάλουν απλά, σύμφωνα με τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς, 600 εκατ. ευρώ στα δημόσια ταμεία. Η κοινωνία και η αγορά έχουν ανάγκη από πραγματική φορολογική δικαιοσύνη.

Δημήτρης Βερβεσός

● Πρόεδρος της Ολομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδας και πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών

Αναβρασμός στη μεσαία τάξη για το νέο φορολογικό 3

Στον πυρήνα της επιχειρηματολογίας της κυβέρνησης για εισαγωγή τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματός τους βρίσκεται ο συλλήβδην χαρακτηρισμός των ελευθέρων επαγγελματιών ως φοροφυγάδων και η προσπάθεια της ψευδώνυμης «εξομοίωσης ελευθέρων επαγγελματιών και μισθωτών». Είναι, όμως, βάσιμη μια τέτοια προσέγγιση;

Η τ(ο)αξική στόχευση σε βάρος των μικρών και μεσαίων εισοδημάτων, που αποτιμούν τη ραχοκοκαλιά της εθνικής οικονομίας, γίνεται εμφανής εάν αναλογιστούμε τη δυσμενή μεταχείριση των αυτοαπασχολουμένων έναντι των εταιρειών: Παρότι η μεγάλη πλειονότητα των εταιρειών στην Ελλάδα είναι ζημιογόνος, υπαγόμενες μάλιστα σε ευνοϊκότερους φορολογικούς συντελεστές έναντι των ατομικών επιχειρήσεων, ουδείς όμως κυβερνητικός παράγων προβληματίστηκε για το πώς οι εταιρείες αυτές επιβιώνουν. Αντιθέτως, μόνοι οι αυτοαπασχολούμενοι καλούνται, εκόντες-άκοντες, να εμφανίζουν κερδοφορία και δη σε ετήσια βάση.

Η φορολόγηση βάσει τεκμαρτού εισοδήματος, για εισόδημα δηλαδή που δεν υπάρχει, είναι άδικη και οδηγεί σε επιδείνωση και όχι επίλυση των προβλημάτων.

Η επίκληση ότι τα τεκμήρια είναι μαχητά, είναι προφανώς φενάκη, αφ’ ενός διότι η προσβολή τους διοικητικά και δικονομικά έχει αποδειχθεί αλυσιτελής και αφ’ ετέρου διότι αφορά μόνο περιπτώσεις εγκυμοσύνης, ασθένειας και στρατιωτικής θητείας (!!!). Είναι καταφανώς άδικο, όμως, το τεκμήριο να καταλαμβάνει εξίσου:

● τους 12.977 δικηγόρους που έχουν μεταφέρει την επαγγελματική τους έδρα στο σπίτι τους, καθώς αδυνατούν να καλύψουν τα έξοδα δικηγορικού γραφείου

● το 33% του σώματος που έχει υπαχθεί σε ρύθμιση οφειλών, καθώς αδυνατεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του (ενώ άγνωστος παραμένει ο αριθμός εκείνων που έχουν απολέσει τις ρυθμίσεις)

● τις νέες μητέρες που εργάζονται περιστασιακά, δίδοντας βάρος στην ανατροφή των τέκνων τους

● τους νέους δικηγόρους που κάνουν μεταπτυχιακές σπουδές ή προετοιμάζονται για τις εξετάσεις εισαγωγής στο δικαστικό σώμα και δεν εργάζονται, τους επιστήμονες που έχουν άλλες πηγές εισοδημάτων (π.χ. από ακίνητη περιουσία), χωρίς να εργάζονται και διατηρούν την ιδιότητα για να έχουν κοινωνική ασφάλιση και υγειονομική περίθαλψη.

Ταυτόχρονα, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση επαίρεται ότι η πάταξη της φοροδιαφυγής θα επιτευχθεί με τις έμμεσες τεχνικές ελέγχου και άλλα μέσα ηλεκτρονικής παρακολούθησης των εισοδημάτων (mydata, αυτόματη σύνδεση ταμειακών μηχανών με το υπουργείο Οικονομικών, POS κ.λπ.), ομολογεί την πλήρη αποτυχία των μέτρων αυτών, καθώς επιλέγει να επιστρέψει στα ξεπερασμένα, άδικα και ισοπεδωτικά μέτρα τεκμηρίων, που ανήκουν σε περασμένες δεκαετίες.

Μάλιστα, το νέο τεκμαρτό εισόδημα έρχεται να προστεθεί σε άλλα δύο ήδη υφιστάμενα τεκμήρια: τα τεκμήρια διαβίωσης και το τέλος επιτηδεύματος. Η σωρευτική εφαρμογή τριών (!) τεκμηρίων έχει αποτέλεσμα η φορολόγηση να μην έχει πλέον καμία απολύτως σχέση με τη φοροδοτική ικανότητα κατά παράβαση βασικής συνταγματικής επιταγής.

Συνάγεται, λοιπόν, εναργώς, ότι η κυβέρνηση δεν καταπολεμά τη φοροδιαφυγή αλλά οδηγεί σε επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης και αφανισμό τους πιο αδύναμους οικονομικά ελεύθερους επαγγελματίες και τη μεσαία τάξη, ενώ ταυτόχρονα προστατεύει-αφήνει στο απυρόβλητο τα μεγάλα εισοδήματα (καύσιμα, μερίσματα, συγκέντρωση κεφαλαίου κοκ.), που μπορούν να συνεισφέρουν ουσιωδώς στον κρατικό προϋπολογισμό.

Είναι πια φανερό ότι «μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά». Και αυτό δεν μπορεί να γίνει ανεκτό σε ένα σύγχρονο κοινωνικό κράτος δικαίου.

Γιώργος Καρανίκας

● Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας

Αναβρασμός στη μεσαία τάξη για το νέο φορολογικό 5

Με επιστολή του στον υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κ. Χατζηδάκη, ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Γιώργος Καρανίκας ζήτησε την εξαίρεση του λιανικού εμπορίου (ΚΑΔ 47) από το νέο σύστημα φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών. Οπως σημειώνει στην επιστολή, «η δραστική καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, βασικό προαπαιτούμενο διασφάλισης του υγιούς ανταγωνισμού, αποτελεί αδιαμφισβήτητη βούληση των φορέων της αγοράς. Εντούτοις τα δημοσιευθέντα σημεία του επικείμενου σχεδίου νόμου που τροποποιούν το υφιστάμενο πλαίσιο φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών κινούνται στην αντίθετη από την επιθυμητή κατεύθυνση. Κι αυτό γιατί πρόκειται στην ουσία για έναν καθόλα άδικο κεφαλικό φόρο, ο οποίος θα επιβληθεί επί δικαίους και αδίκους.

Η απογοήτευση και ο προβληματισμός του εμπορικού κόσμου εντείνεται ακόμη περισσότερο εξαιτίας του ανυπόστατου στιγματισμού του ως κλάδου έντονης φοροδιαφυγής, όταν η έμπρακτη στάση του καταδεικνύει ακριβώς το αντίθετο. Το λιανικό εμπόριο αποδέχτηκε εξ αρχής την υποχρεωτική χρήση POS, παρά το ιδιαίτερο υψηλό κόστος προμήθειάς τους αλλά και τις υπερβολικές τραπεζικές χρεώσεις. Αλλά και η πλήρης εναρμόνιση με τις υποχρεώσεις των ηλεκτρονικών βιβλίων/”MyData” κρίθηκε ως βασική προϋπόθεση μετάβασης στη νέα ψηφιακή εποχή και ως εκ τούτου το συνεπαγόμενο κόστος, άμεσο και έμμεσο, τέθηκε σε δεύτερη μοίρα. Ολα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την επικείμενη διασύνδεση των ταμειακών μηχανών με τα POS, την υποχρεωτική αναγραφή QR code στις αποδείξεις λιανικής αλλά και την άμεση εφαρμογή της ψηφιακής κάρτας εργασίας δημιουργούν ένα πλέγμα πολύπλοκων ελεγκτικών διαδικασιών και διασταυρώσεων που είναι αδύνατον να παρακαμφθεί. Γεννάται λοιπόν η εύλογη απορία γιατί οι ατομικές επιχειρήσεις του λιανικού εμπορίου πρέπει, πέραν όλων των παραπάνω -κι ενώ οι ιδιοκτήτες τους ως φυσικά πρόσωπα εμπίπτουν επί σειρά ετών και σε πληθώρα περιπτώσεων στις παρωχημένες και διαστρεβλωτικές διατάξεις των τεκμηρίων διαβίωσης- να υποβληθούν σε μια δεύτερη δοκιμασία φορολόγησης επί μη πραγματικών αλλά τεκμαρτών εισοδημάτων;»

Γιώργος Στασινός

● Πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας

Αναβρασμός στη μεσαία τάξη για το νέο φορολογικό 7

Η συζήτηση που άνοιξε το υπουργείο Οικονομικών για την τεκμαρτή φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών, με σκοπό την κατάθεση νομοσχεδίου, είναι πολλαπλώς προβληματική – και πολλά άλλα…

Κατ’ αρχάς είναι άδικη και επιπλέον είναι άστοχη και ασύμβατη με τις άλλες πολιτικές μεταρρύθμισης και (ψηφιακού) μετασχηματισμού που ακολουθούνται. Αδικη διότι όλα τα οριζόντια μέτρα και ιδίως τα τεκμαρτά εισοδήματα είναι από τη σύλληψή τους άδικα: δεν συλλαμβάνουν όσους φοροδιαφεύγουν αλλά τσουβαλιάζουν όλους να πληρώνουν κάτι ανεξαρτήτως εσόδων, εξόδων και κερδών.

Είναι άδικη και άστοχη διότι ζούμε σε μια εποχή που τα ηλεκτρονικά εργαλεία είναι απεριόριστα – και μάλιστα ειδικά για να αντιμετωπιστεί η φοροδιαφυγή οι ψηφιακές λύσεις είναι ατελείωτες. Αν το υπουργείο Οικονομικών, η ΑΑΔΕ ή άλλοι φορείς δυσκολεύονται να τις βρουν και να τις εφαρμόσουν ή δεν γνωρίζουν πώς λειτουργούν τα ψηφιακά εργαλεία και η αγορά, μπορούν να ζητήσουν αρμοδίως βοήθεια και συμβολή. Οι Ελληνες επιστήμονες, ειδικά οι μηχανικοί και ειδικότερα το ΤΕΕ είμαστε υπέρ της πάταξης της φοροδιαφυγής, γιατί, μεταξύ πολλών άλλων λόγων, οι φοροφυγάδες λειτουργούν εις βάρος αυτών που πληρώνουν – και είναι οι περισσότεροι.

Η συζήτηση αυτή είναι επιπλέον αντι-αναπτυξιακή, διότι σε μια εποχή που πρέπει να εστιάζουμε στη διάχυση των πρωτοφανών πόρων που έχουμε από ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και στην έγκαιρη υλοποίηση των έργων που σχεδιάζονται, με σφικτά χρονοδιαγράμματα, επιλέγεται και πάλι η εσωστρεφής συζήτηση για τη φορολόγηση και μάλιστα ειδικά των ελεύθερων επαγγελματιών. Απλά υπενθυμίζουμε ότι τουλάχιστον οι επιστήμονες ελεύθεροι επαγγελματίες –και δη οι μηχανικοί- είναι αυτοί που στηρίζουν ολόκληρη την οικονομία στην υλοποίηση όλων των αναπτυξιακών πρωτοβουλιών. Και να σημειώσουμε ότι σε αντίθεση με άλλες επιχειρήσεις δεν στηρίζονται από κανένα πρόγραμμα χρηματοδότησης αλλά αυτοχρηματοδοτούν τη λειτουργία και την ανάπτυξή τους.

Η συζήτηση για την τεκμαρτή φορολόγηση είναι επίσης αόριστη και θολή διότι από τη μία πλευρά το υπουργείο Οικονομικών στοχοποιεί, με τις ανακοινώσεις του, τους ελεύθερους επαγγελματίες (δηλαδή συγκεκριμένα επαγγέλματα διανοητικής εργασίας) αλλά στους αριθμούς που παραθέτει αναφέρεται σε ατομικές επιχειρήσεις (δηλαδή σε κάθε οικονομική δραστηριότητα). Σε αυτό το θολό, αόριστο, άχαρο και άδικο τοπίο προθέσεων ρυθμίσεων δεν μπορεί να γίνει σοβαρή συζήτηση με συγκεκριμένο περιεχόμενο. Το ΤΕΕ, έχοντας θεσμικό ρόλο και υποχρέωση εκπροσώπησης των μηχανικών, θα επανέλθει με συγκεκριμένες προτάσεις όταν το Υπουργείο Οικονομικών παρουσιάσει κείμενο νομοσχεδίου.

Παύλος Ραβάνης

● Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθηνών

Αναβρασμός στη μεσαία τάξη για το νέο φορολογικό 9

«Ζητάμε να υπάρχει σεβασμός στον ελεύθερο επαγγελματία και την οικογενειακή επιχείρηση, που αποτελεί την πλειοψηφία στη χώρα. Να απαιτήσουμε όλοι, να επιβαρύνονται με αυτό που τους αναλογεί οι πραγματικά “έχοντες” και όσοι αισχροκερδούν. Να προστατευτεί τελικά και ο μικρομεσαίος επαγγελματίας και επιχειρηματίας, που πλήττεται επί σειρά ετών κρίσης, σε βαθμό επιβίωσης, από την ανεξέλεγκτη ακρίβεια και από αθέμιτες τακτικές μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων» δήλωσε ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας για το φορολογικό.

«Πάγια θέση του ΒΕΑ είναι ότι όλοι επιθυμούν την πάταξη της φοροδιαφυγής. Πρωτίστως γιατί τα μεγαλύτερα θύματά της είναι οι υγιείς μικρές επιχειρήσεις και οι αυτοαπασχολούμενοι. Αλλωστε όλοι οι ελεύθεροι επαγγελματίες, χωρίς εξαίρεση, φορολογούνται από μηδέν εισόδημα με το τέλος επιτηδεύματος, που αντιστοιχεί σε εισόδημα 14.500 ευρώ για έναν μισθωτό. Δεν είναι όλες οι μικρές επιχειρήσεις φοροκλέφτες -όπως δεν είναι και όλες οι μεγάλες- και κάθε τέτοιος γενικός χαρακτηρισμός, του τύπου “καλός εργαζόμενος-κακός επαγγελματίας και επιχειρηματίας”, ενέχει τον κίνδυνο κοινωνικής αδικίας, στοχοποίησης και αντιπαλότητας. To ΒΕΑ έχει δημοσίως τοποθετηθεί, επί σειρά ετών, ότι όσο δεν ελέγχονται οι παράνομοι “επαγγελματίες”, τόσο προκαλείται αθέμιτος ανταγωνισμός.

Ζητά τη νομότυπη και σε οργανωμένο πλαίσιο άσκηση της επιχειρηματικότητας, με αδειοδοτημένους και πιστοποιημένους επαγγελματίες. Η κυβέρνηση πρέπει, στην προσπάθειά της όπως δηλώνει, να “προχωρήσει με πνεύμα δικαιοσύνης και κοινής λογικής στην εφαρμογή ενός νέου, δίκαιου συστήματος φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών στο πνεύμα αντίστοιχων ρυθμίσεων που ισχύουν σε προηγμένες χώρες της Ε.Ε.”, να ελέγξει με σοβαρά μέτρα και δικλίδες ασφαλείας τη φοροδιαφυγή εκατομμυρίων από μεγάλες επιχειρήσεις, ενδοομιλικές συναλλαγές και γενικά την ασυδοσία των ανεξέλεγκτων αγορών».

Γιώργος Καββαθάς

● Πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ)

Αναβρασμός στη μεσαία τάξη για το νέο φορολογικό 11

«Πρόκειται για έναν άδικο κεφαλικό φόρο και αυτό προκύπτει κατ’ αρχάς από το γεγονός ότι πρόκειται για οριζόντιο μέτρο» δηλώνει στην «Εφ.Συν.» ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, Γιώργος Καββαθάς. «Η επιβολή οριζόντιων μέτρων δείχνει ότι δεν μπορείς να πιάσεις αυτόν που επιθυμείς, αλλά καταστρέφεις έναν ολόκληρο κλάδο. Το βασικό για την πάταξη της φοροδιαφυγής είναι να εμπεδωθεί η φορολογική συνείδηση, γι’ αυτό θα πρέπει να υπάρχουν συγκεκριμένα μέτρα από την πολιτεία, ώστε οι καταναλωτές να ζητούν την απόδειξη παροχής υπηρεσιών ή εμπορευμάτων.

Αυτό απαιτεί κατ’ αρχάς ένα σταθερό φορολογικό σύστημα, και όχι αιφνιδιασμούς όπως τώρα, και το πιο βασικό είναι να υπολογίζονται οι φόροι με βάση τα έσοδα και τα έξοδα». Ο Γ. Καββαθάς μάς παρέπεμψε στην πρόσφατη ανακοίνωση της ΓΣΕΒΕΕ για το φορολογικό νομοσχέδιο, στην οποία τονίζεται ότι στοχοποιούνται για άλλη μία φορά οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις οι οποίες έχουν υποστεί τις μεγαλύτερες συνέπειες από τις συνεχόμενες κρίσεις. «Είναι παραπλανητικό η όποια φοροδιαφυγή υφίσταται να αποδίδεται αποκλειστικά στους ελεύθερους επαγγελματίες, όταν ζητήματα, όπως το παραεμπόριο, το λαθρεμπόριο και η αδήλωτη επιχειρηματική δραστηριότητα, παραμένουν, καταδεικνύοντας εκκωφαντικά την αποτυχία του κράτους για αποτελεσματική αντιμετώπισή τους.

Η επιβολή ενός άδικου οριζόντιου “κεφαλικού” φόρου θα έχει πολλαπλές αρνητικές επιπτώσεις με δεδομένο ότι το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης δεν έχει λάβει σοβαρά υπόψη του ούτε τις αντικειμενικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι μικροί επαγγελματίες από τη μεσοσταθμική αύξηση του λειτουργικού κόστος των επιχειρήσεων κατά 40% από το 2022 εξαιτίας του πληθωρισμού, των αυξημένων τιμών στις πρώτες ύλες, του μεγάλου ενεργειακού κόστους κ.λπ.».

Παρόμοια Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button