Αλίκη Γιωτοπούλου – Μαραγκοπούλου. In Memoriam
Γράφει ο Τρύφωνας Δάρας
Δεν είναι πολύς ο καιρός που έφυγε από κοντά μας, υπερ-πλήρης ημερών στα 101 της χρόνια, μια πολύ σπουδαία προσωπικότητα των γραμμάτων, της επιστήμης, της διανόησης, της κοινωνικής δράσης και πάνω απ’ όλα της υπεράσπισης των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
Η Καθηγήτρια Αλίκη Γιωτοπούλου- Μαραγκοπούλου διάλεξε η ίδια να φύγει ήσυχα και αθόρυβα, χωρίς λόγους επικήδειους και δημόσιους αποχαιρετισμούς, με μια διδακτική και σημαίνουσα σιωπή ίσως ως μια «ηχηρή» και τελευταία πράξη διαμαρτυρίας για ένα κόσμο και μια κοινωνία που βουλιάζουν μέσα σε άσκοπους θορύβους που σκεπάζουν την ουσία των πραγμάτων και δεν αφήνουν να ακουστεί η φωνή του αδύναμου, ανήμπορου και κατατρεγμένου ανθρώπου.
Λογαριάζω ως ύψιστη τιμή και χαρά για μένα την ευκαιρία που είχα να την γνωρίσω και να συνεργαστώ μαζί της πριν από καμιά 15αριά χρόνια ως μέλος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου της οποίας υπήρξε η ιστορική και εμβληματική Πρόεδρος.
Πλησίαζε τότε τα 90 της χρόνια αλλά ήταν για μένα που τη γνώριζα μόνο μέσα από το επιστημονικό της έργο στην Εγκληματολογία, μια αληθινή έκπληξη για το πόση ζωτικότητα, πόση ενέργεια και πόση δύναμη ψυχής έκρυβε μέσα της αυτή η μικρόσωμη ηλικιωμένη γυναίκα! Σπάνια στις μέρες μας μπορεί να βρει κανείς άνθρωπο που να ενσαρκώνει και να εκφράζει με τόση πληρότητα και αμεσότητα την έννοια της ολοκληρωτικής και απόλυτης αφιέρωσης σ’ έναν υψηλό σκοπό, εν προκειμένω της υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τομέα του οποίου αποτελούσε επί δεκαετίες τον σημαντικότερο πρεσβευτή. Και ακόμη πιο σπάνιο είναι να βρεις άνθρωπο που να συνδυάζει με τρόπο εκπληκτικό την υψηλής στάθμης επιστημονική γνώση με τον συνεπή ακτιβισμό και τον καθημερινό αγώνα για όσα θεωρούσε άξια να αγωνιστεί κανείς.
Υπήρξε η πρώτη γυναίκα Πρύτανης στην Ελλάδα και η σημαντικότερη μορφή του Κινήματος για την ισότητα των δύο φύλλων στη χώρα μας ως Πρόεδρος επί 30 χρόνια του Συνδέσμου για τα Δικαιώματα της Γυναίκας και, για αρκετά χρόνια, της Διεθνούς Ένωσης Γυναικών. Η τροποποίηση του άρθρου 116 παρ. 2 του Συντάγματος στην αναθεώρηση του 2001 που προώθησε και διευκόλυνε την ουσιαστική ισότητα των δύο φύλλων, είναι εξ ολοκλήρου, και ως διατύπωση, έργο δικό της.
Στο χώρο της επιστήμης υπήρξε η κορυφαία και πρωτοπόρος εγκληματολόγος της χώρας, ιδρυτής και Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εγκληματολογίας επί 30 χρόνια, η οποία εισήγαγε την ιδέα ότι το έγκλημα δεν είναι τίποτε άλλο από μια παραβίαση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή η αναγωγή από τους ποινικούς νόμους ορισμένων πράξεων σε εγκλήματα, η ποινική διαδικασία σε όλα της τα στάδια, οι ποινές και οι κυρώσεις που ο νόμος προβλέπει, η επιμέτρηση της ποινής, η μεταχείριση του καταδίκου κατά την εκτέλεσή της και η μετά από αυτήν ένταξή του στην κοινωνική ζωή πρέπει να διέπονται από τις αρχές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τα δικαιώματα αυτά, πίστευε, πρέπει να αποτελούν τον ξεκάθαρο γνώμονα και το έσχατο όριο μιας ορθής αντιεγκληματικής πολιτικής.
Θυμάμαι ως φοιτητής πριν από 40 χρόνια την εντύπωση που μου είχαν κάνει τα μαθήματα που έκανε μέσα στις φυλακές με φοιτητές και κρατούμενους υλοποιώντας μια αντισυμβατική διδασκαλία, άμεση, ζωντανή και ανθρώπινη, έξω και πέρα από τα «στεγνά» ακαδημαϊκά στερεότυπα.
Όμως πάνω απ’ όλα η Αλίκη Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου υπήρξε μέχρι το τέλος της ζωής της μια φλογερή αγωνίστρια για τα δικαιώματα του ανθρώπου. Τι να πρωτοαναφέρει κανείς για σχεδόν 80 χρόνια συνεχούς δράσης στο πλευρό του κατατρεγμένου και καταπιεζόμενου ανθρώπου! Πρόεδρος από το 1978 μέχρι το θάνατό της, του Ιδρύματος Μαραγκοπούλου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΙΜΔΑ), της σημαντικότερης εθνικής οργάνωσης στον τομέα αυτό μαζί βεβαίως με την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου της οποίας όπως προανέφερα υπήρξε επίσης επί πολλά χρόνια Πρόεδρος. Εκπρόσωπος της Ελλάδας στον ΟΗΕ, την UNESCO, το Συμβούλιο της Ευρώπης και σε όλους τους διεθνείς Οργανισμούς για την υπεράσπιση και προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου, με περισσότερους από 100 τόμους βιβλίων, μονογραφιών, πρακτικών για το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Θυμάμαι την αγωνία της και το ενδιαφέρον της για τις συνθήκες κράτησης στις φυλακές, στα κρατητήρια και στα τμήματα μεταγωγών που συχνά εκδηλωνόταν με αιφνίδιες νυχτερινές αυτοψίες, στα 90 της χρόνια παρακαλώ (!), για τις συνθήκες «φιλοξενίας» των μεταναστών και των προσφύγων, τότε που η Αμυγδαλέζα έμοιαζε με 5άστερο ξενοδοχείο μπροστά στα όσα συμβαίνουν σήμερα στη Μόρια, για το καθεστώς του Ασύλου και τις ανεπάρκειές του, που ακόμη και σήμερα δεν έχουν θεραπευτεί, για τους αντιρρησίες συνείδησης, για τις κάθε είδους διακρίσεις λόγω φύλλου, θρησκείας, πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, σεξουαλικού προσανατολισμού κλπ, για την αντιμετώπιση των φυλετικών διακρίσεων, του ρατσισμού, της ξενοφοβίας και της μισαλλοδοξίας, για τα κοινωνικά και εργατικά δικαιώματα και τόσα άλλα…
Αποχαιρετώ τη σεβαστή μου Δασκάλα με τα δικά της λόγια : «Δεν με νοιάζει ποιος είσαι εσύ απέναντί μου, δεν με νοιάζει αν είσαι πρόεδρος της Δημοκρατίας, πρωθυπουργός, πρύτανης, επιστήμονας, υπερεπιστήμονας, ληστής, αρχιφύλακας, κατά συρροή δολοφόνος, εγώ θα πω και θα κάνω το δικό μου, αυτό που κρίνω δίκαιο και σωστό. Κι αν εσύ με πείσεις για το δίκαιο των δικών σου επιχειρημάτων, θα αναγνωρίσω το λάθος μου και θα παραιτηθώ την ίδια στιγμή από την υπεράσπιση των θέσεών μου. Αλλά μέχρις ότου συμβεί, και αν συμβεί, αυτό, θυμώνω, αγανακτώ, παλεύω να μην αφήσω ορφανές τις θέσεις, τις αξίες μου».