Σε εποχές μειωμένων προσδοκιών δεν είναι πολλοί εκείνοι που θα έθεταν ως μέτρο κρίσης των πολιτικών μας ταγών τη ρήση του Ιωάννη Καποδίστρια: «Εφ’ όσον τα ιδιαίτερα εισοδήματά μου αρκούν διά να ζήσω, αρνούμαι να εγγίσω μέχρις οβολού τα δημόσια χρήματα ενώ ευρισκόμεθα εις το μέσον ερειπίων και ανθρώπων βυθισμένων εις εσχάτην πενίαν». Εάν αυτό συνέβαινε θα βλέπαμε τους 1.700 διοικητές οργανισμών, δημοσίων νομικών προσώπων και εταιρειών να παραιτούνται των παχυλών αμοιβών τους μαζί με τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων και τους χρυσοκάνθαρους κυβερνητικούς γραμματείς και φαρισαίους. Όσοι, όμως, παραμένουν πιστοί στις αξίες της χρηστής διακυβέρνησης θα περίμεναν, τουλάχιστον, να μην υπάρχουν προκλητικές ενέργειες διασπάθισης του δημοσίου χρήματος από ημέτερους. Και, βεβαίως, φαινόμενα νεποτισμού, φαυλότητας και κυνισμού προκαλούν ακόμη μεγαλύτερη οργή όταν καλύπτονται πίσω από τον φαρισαϊσμό του αριστερού ηθικού πλεονεκτήματος.
Τέτοια, ακριβώς, είναι η περίπτωση επέκτασης του ευεργετήματος παραμονής σε ξενοδοχεία πολυτελείας των συνοδών των υπουργών (άρθρ. 67 ν. 4410/16). Oι υπουργικές κουστωδίες μπορούν, νομίμως, να απολαμβάνουν τις πολυτελείς υπηρεσίες που παρέχουν τα πεντάστερα ξενοδοχεία στα οποία καταλύουν οι πολιτειακοί άρχοντες, και μάλιστα, για όσο χρόνο απαιτηθεί! Μέχρι την ψήφιση της διάταξης αυτής, το δημόσιο ταμείο κάλυπτε τα έξοδα διαμονής των συνοδών σε ξενοδοχεία μέχρι τριών αστέρων. Επιπλέον, υπήρχε πλαφόν στον αριθμό των ημερών του ταξιδιού που δεν υπερέβαιναν τις 60. Με τη νέα ρύθμιση καταργείται το πλαφόν και ο γαλαντόμος νομοθέτης αφήνει στον ίδιο τον υπουργό την ευχέρεια να ορίσει πόσα μέλη της κουστωδίας του θέλει να απολαύσουν τις υπηρεσίες των πεντάστερων. Με την ίδια ρύθμιση αίρεται, επίσης, το όριο των 60 ημερών το οποίο, παγίως, ίσχυε. Ετσι, σήμερα, ένα ή περισσότερα πρόσωπα που συνοδεύουν έναν υπουργό μπορούν να ταξιδέψουν όσες φορές θέλουν και να διαμένουν σε ξενοδοχεία πολυτελείας απολαμβάνοντας με έξοδα του ελληνικού Δημοσίου τις υπηρεσίες τους.
Ουδεμία αιτιολογία για την αναγκαιότητα της αλλαγής της πάγιας ρύθμισης υπήρξε. Κατά την προφορική ανάπτυξη της τροπολογίας μέσω της οποίας εισήχθη η συγκεκριμένη ρύθμιση, ο εισηγητής της κυβερνητικής πλειοψηφίας κάτι ψέλλισε για τους άνδρες ασφαλείας των πολιτικών, οι οποίοι πρέπει να βρίσκονται διαρκώς μαζί με τους πολιτικούς (ως άλλες οδαλίσκες-φρουροί της επανάστασης του αλήστου μνήμης Μουαμάρ Καντάφι). Αλλά και η ίδια η διαδικασία ψήφισης της συγκεκριμένης ρύθμισης ήταν αντιθεσμική και προκλητική. Εισήχθη με εκπρόθεσμη τροπολογία στον νόμο 4410/16 με το περιεχόμενο του οποίου δεν είχε καμία απολύτως σχέση. Το νομοσχέδιο εκείνο αναφερόταν στην καταπολέμηση της παράνομης εμπορίας καπνού, αντικείμενο προφανώς μη έχον ουδεμία συνάφεια με τη διαμονή στα πεντάστερα ξενοδοχεία.
Με διπλή, λοιπόν, παραβίαση του Συντάγματος και του Κανονισμού της Βουλής εισήχθη και υπερψηφίσθηκε από την κυβερνητική πλειοψηφία η συγκεκριμένη διάταξη.
Για να ολοκληρωθεί η κακή νομοθέτηση, η κυβέρνηση φρόντισε να διατυπώσει τη ρύθμιση με τέτοιον τρόπο ώστε κανένας μη ειδικός να μην μπορεί να την κατανοήσει. Ο τρόπος είναι γνωστός απ’ τα παλιά και ο νομοθέτης δείχνει να τον έχει μελετήσει καλά: «Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 3 της υποπαραγράφου Δ.9 της παρ. Δ΄ του ν. 4336/2015 (Α΄ 94) προστίθεται εδάφιο κ.λπ.». Εννοείται ότι για τη (μη δημιουργική) ασάφεια που θα προκληθεί, την ευθύνη θα έχουν οι εφαρμοστές του νόμου, δικαστές και γραφειοκράτες, και όχι ο πονηρός νομοθέτης αφού η ρύθμιση δεν αποδίδεται κωδικοποιημένη.
Η τελευταία πράξη της κακής νομοθέτησης ολοκληρώθηκε με μια ακόμη –ουσιαστική και όχι τυπική– παρανομία. Ως γνωστόν, το Σύνταγμα επιτάσσει να υπάρχει έκθεση δαπάνης του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (ΓΛΚ) για κάθε ρύθμιση η οποία προκαλεί επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού. Η έκθεση αυτή, στην εποχή των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, έχει καταντήσει μη έκθεση, αφού συστηματικά δεν παρέχονται στο ΓΛΚ πραγματικά δεδομένα, προκειμένου να μπορεί να υπολογίζει το ύψος της δαπάνης. Ετσι το ΓΛΚ, όταν δεν του παρέχονται στοιχεία, αναφέρει ότι προκαλείται, μεν, δαπάνη, το ύψος της οποίας, όμως, δεν μπορεί να εκτιμηθεί. Επτά στους δέκα νόμους των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ανήκουν σ’ αυτή την κατηγορία.
Η τροπολογία ψηφίστηκε παρά τις ενστάσεις της αντιπολίτευσης και είναι νόμος του κράτους. Μέχρι τώρα δεν γνωρίζουμε ούτε πόσοι έκαναν χρήση της ούτε πόσο επιβάρυναν τον προϋπολογισμό.
Υποθέτω, βασίμως, ότι δεν θα το μάθουμε σύντομα.
Από το ΙΕΡΠ