“Μιλάει το έργο”; Τότε τι χρειάζονται οι καμπάνες στις εκκλησίες;
Δημόσιες «συμβουλές» για ιδιωτική κατανάλωση
Δεν μου αρέσει καθόλου να δίνω συμβουλές. Ακόμη κι όταν μου το ζητούν, ακόμη κι αν έχουν να κάνουν με θέματα για τα οποία εργάστηκα ή τα οποία χειρίστηκα επί πολλά χρόνια, επιτυχώς ή ανεπιτυχώς, διότι και η αποτυχία προσφέρει πολύτιμες εμπειρίες, κυρίως αυτή θα έλεγα…
Γράφει ο Τρύφωνας Δάρας *
Και το αποφεύγω για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί ο καθένας πρέπει να είναι ελεύθερος να κάνει τα δικά του λάθη χωρίς να χρειάζεται τη συνδρομή κανενός τρίτου για να το πετύχει. Δεύτερον, διότι δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι θα συμβουλεύσω σωστά. Η παλιά γνώση δεν είναι εφόδιο και πολύ περισσότερο εγγύηση για την επιτυχή αντιμετώπιση νέων προβλημάτων. Μάλιστα «σε καιρούς με γρήγορες αλλαγές η εμπειρία μπορεί να αποδειχθεί ο μεγαλύτερος εχθρός», όπως έλεγε ο αμερικανός μεγιστάνας Πωλ Γκετύ, που κάτι περισσότερο ήξερε από επιτυχείς χειρισμούς καταστάσεων!
Όμως την ίδια στιγμή είναι πολλοί οι φίλοι που φαίνεται πως έχουν σε μεγαλύτερη εκτίμηση από όση της αξίζει αυτή την «εν υπηρεσία κτηθείσα πείρα». Για όσους λοιπόν μου κάνουν την τιμή να ζητούν τη γνώμη μου, θα ήθελα να διατυπώσω δημόσια κάποιες σκέψεις μου που αφορούν ζητήματα στρατηγικής (και όχι εφαρμοσμένης δημοτικής πολιτικής, στην οποία δεν θέλω να ανακατευτώ) επαναλαμβάνοντας ότι δεν πρόκειται για συμβουλές, διότι έχω την επίγνωση ότι οι συμβουλές που δίνονται δημόσια έχουν πάντα μια δόση μομφής.
ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΠΟΥ ΗΘΕΛΑ ΝΑ ΠΩ είναι ότι παρατηρώ μια υπερβάλλουσα βεβαιότητα και μια αναπόδεικτη πεποίθηση πως, ό,τι και να γίνει, στο τέλος «θα μιλήσει το έργο μας». Καλό, αν και κάπως ξεπερασμένο ως σύνθημα, αλλά όποιος το πιστεύει κιόλας πρέπει να ξανακαθίσει στα θρανία της πρώτης δημοτικού της πολιτικής. Το «έργο» μιας δημοτικής αρχής, της οποιασδήποτε δημοτικής αρχής, είναι πάντα «μουγκό». Θεόμουγκο! Αυτό που πραγματικά «μιλάει» για λογαριασμό του είναι η διαχείρισή του, η προβολή και η αξιοποίησή του. Και δεν μιλώ φυσικά για επικοινωνιακά τεχνάσματα, όσο κι αν έχουν κι αυτά την αξία τους κάποιες δεδομένες στιγμές. Μιλώ για την πολιτική ικανότητα να πείσεις για την αξία, τη χρησιμότητα άρα και την αναγκαιότητα και την ΠΡΟΤΕΡΑΙOΤΗΤΑ αυτού του «έργου». Κι αυτό επιτυγχάνεται μόνο όταν γίνεται με μεθοδικότητα, προσήλωση στο στόχο, προσοχή στη λεπτομέρεια και προ παντός με επαγγελματικό τρόπο από ειδικούς γι’ αυτή τη δουλειά. Όσοι αυτάρεσκα υποτιμούν αυτή την επαγγελματική γνώση, ας σκεφτούν αυτό που έλεγε ένας Γάλλος συγγραφέας ότι «ακόμη κι ο θεός πιστεύει στην προβολή και την επικοινωνία, γι’ αυτό έβαλε τις καμπάνες στις εκκλησίες»! Κάποιες φορές μάλιστα ακόμη κι αν τα κάνεις όλα σωστά, μπορεί η συγκυρία ή οι συνθήκες να θάψουν αυτό το έργο! Όταν ο βρετανός πρωθυπουργός Μακ Μίλαν ρωτήθηκε κάποτε “τι φοβάται περισσότερο”, απάντησε «τα γεγονότα αγαπητέ μου, τα γεγονότα». Επ’ αυτού έχω ένα τρανταχτό παράδειγμα, που καλό θα είναι να το έχουν υπόψη τους όσοι βρίσκουν ότι μπορεί να τους ενδιαφέρει. Την τετραετία 1995-1998 παρήχθη στο Δήμο μας ένα πολύ μεγάλο δημοτικό έργο, που μόνο με την «χρυσή τετραετία” 1983-1986 μπορεί να συγκριθεί. Αυτό τεκμηριώνεται με στοιχεία, αριθμούς και συγκριτικούς πίνακες, που δεν επιδέχονται αμφισβήτηση. Κι όμως το έργο αυτό «θάφτηκε» και απαξιώθηκε από εξωγενείς καταστάσεις που δεν υπάρχει λόγος να αναφερθούν εδώ. Επίτηδες δεν αναφέρομαι σε ονόματα, γιατί ο σκοπός μου δεν είναι η ιστορική αποτίμηση (θα έρθει καιρός και γι’ αυτή), αλλά η ενίσχυση του επιχειρήματός μου ότι το έργο από μόνο του δεν αρκεί.
ΕΙΠΑ “ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑ” ΚΑΙ ΝΟΜΙΖΩ ΟΤΙ ΑΥΤΗ ΕΙΝΑΙ Η “ΜΑΓΙΚΗ ΛΕΞΗ”, αλλά και το κρίσιμο ερώτημα: Μπορεί άραγε ένας Δήμος του μεγέθους και των δυνατοτήτων του Δήμου Χαϊδαρίου, ας πούμε, να φέρει εις πέρας μαζί και ταυτοχρόνως ένα μείζονα εκσυγχρονισμό των υποδομών του, ένα εκτεταμένο πρόγραμμα ανάπτυξης, μια σοβαρή επιχείρηση κοινωνικής προστασίας, μια παραγωγική παρέμβαση στα ζητήματα της ανεργίας ή της φτώχειας και την ίδια ώρα να έχει την πόλη όμορφη, καθαρή, λαμπερή κλπ; Η απάντηση είναι προδήλως αρνητική. Άρα; Είπαμε. Προτεραιότητες. Γιατί δεν μπορείς να έχεις και το τυρί και τα λεφτά για το τυρί. Απλή λογική θα μου πείτε. Μα αυτό ακριβώς είναι που σπανίζει! Όλοι οι Δήμαρχοι αλλά και όλες οι δημοτικές παρατάξεις υπόσχονται συνήθως ότι μπορούν να κάνουν τα πάντα και ακόμη περισσότερα. Ελάχιστοι νομίζω έχουν το θάρρος (αλλά και την προνοητικότητα) να πουν στους πολίτες τους ότι οι δυνατότητες ενός Δημάρχου έχουν όρια, ότι τα όρια αυτά καθορίζονται συνήθως από παράγοντες εκτός του Δήμου και ανεξάρτητους από τη θέλησή του και ότι ο Δήμαρχος δεν θα κριθεί από το σύνολο των πραγμάτων που θέλουν οι δημότες, αλλά από τις προτεραιότητες που ο ίδιος θα θέσει και θα υλοποιήσει ή δεν θα υλοποιήσει. Τόσο απλό αλλά και τόσο δύσκολο να το πετύχεις. Γιατί και ο τελευταίος δημότης έχει μέσα στο μυαλό του ένα κατάλογο από «θέλω». Θέλει και δρόμους και πλατείες και καθαριότητα και γήπεδα και κοινωνική προστασία και καλή δουλειά και καλό αυτοκίνητο -ή τουλάχιστον καλύτερο από του γείτονα. Όμως η δουλειά του καλού Δημάρχου δεν είναι να πάρει αυτόν τον κατάλογο επιθυμιών και να τον κάνει δημοτικό πρόγραμμα. Είναι να καταρτίσει πάλι με επιστημονική βοήθεια (σήμερα υπάρχουν τα κατάλληλα εργαλεία γι αυτό) ένα κατάλογο προτεραιοτήτων με βάση ανάγκες βεβαίως αλλά και δυνατότητες. Είναι να εξηγήσει πειστικά στους πολίτες πώς, πότε και με ποιες προϋποθέσεις θα κάνει όσα έχει κατά νου να κάνει.
Ας μου επιτραπεί να πω, κάνοντας μια εξαίρεση και αναφέροντας όνομα (πρόκειται άλλωστε για όνομα κοινής αποδοχής) ότι ακριβώς αυτό, η σωστή επιλογή και ιεράρχηση των προτεραιοτήτων ήταν το μεγάλο διαχειριστικό πλεονέκτημα του Κυριάκου Ντηνιακού. Γνώριζε πάντα από ένα τεράστιο πλήθος ανοιχτών θεμάτων και προβλημάτων ποιο ήταν αυτό στο οποίο έπρεπε να δοθεί προτεραιότητα. Και τα κριτήρια δεν ήταν πάντα θετικά, αλλά και αρνητικά. Γιατί δεν φτάνει να επιλέξεις από πιο θέμα θα κερδίσεις, αλλά και από πιο κινδυνεύεις να ζημιωθείς.
Φοβάμαι όμως ότι το κείμενο αυτό παρασοβάρεψε και σας διαβεβαιώνω ότι αυτό δεν ήταν καθόλου στις προθέσεις μου. Παρακαλώ μάλιστα όσους ασκούν δημοτική εξουσία ή όσους ενδιαφέρονται να τους αντικαταστήσουν, να μην το πάρουν και πολύ στα σοβαρά. Ας το θεωρήσουν ένα παίγνιο, μια άσκηση ματαιοδοξίας ή ως ακίνδυνες αναμνήσεις ενός απόστρατου ένα χειμωνιάτικο βράδυ γύρω από το τζάκι. Άλλωστε, όπως έλεγε ο Λα Ροσφουκώ, «οι γέροι αγαπούν να δίνουν καλές συμβουλές για να παρηγορούνται που δεν είναι σε θέση πλέον να δίνουν κακά παραδείγματα».
* Ο Τρύφωνας Δάρας διετέλεσε υπεύθυνος του Γραφείου Προγραμματισμού και του Γραφείου Τύπου του Δήμου Χαϊδαρίου την περίοδο 1983-1998. Από το 1999 μέχρι σήμερα είναι στέλεχος της Νομικής Υπηρεσίας του Δήμου.