Το εργοστάσιο Σιγάρα στα… θεμέλια του Πράκτικερ – Με άλλα λόγια, η οικονομική ιστορία της νεότερης Ελλάδας
Κατά μήκος της Ιεράς Οδού, από τον Βοτανικό μέχρι το Χαϊδάρι, υπήρχαν πολλές φάμπρικες. Όταν ηχούσαν οι σειρήνες τους για την αλλαγή βάρδιας χιλιάδες, εργάτες ξεχύνονταν από τις πύλες και άλλοι έπαιρναν τη θέση τους στις μηχανές. Ένα μεγάλο εργοστάσιο που έχει ξεχαστεί ήταν η Εριουργία Σιγάρα Α.Ε., στο “τριεθνές” της Δυτικής Αθήνας, δηλαδή ακριβώς εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το Πράκτικερ. Σύνορα Αιγάλεω, Χαϊδαρίου, Αγίας Βαρβάρας.
Ο “Σιγάρας” ήταν κλωστοϋφαντουργία, μία από τις εκατοντάδες που κάλυπταν τις ελληνικές ανάγκες, αλλά έκαναν και εξαγωγές. Έφτιαχνε μάλλινα υφάσματα και κασμήρια ποιότητας, με τα οποία ελληνικοί οίκοι κατασκεύαζαν αντρικά κοστούμια, αλλά και γυναικεία ρούχα. Ακόμη, έβγαζε μάλλινες κουβέρτες και εκτελούσε σχετικές παραγγελίες για τον Στρατό.
Η επαγγελματική δραστηριότητα του Σιγάρα άρχισε από την πόλη του Βόλου, με τη συμμετοχή του το 1920 στο υφαντουργείο «Λεβίθιαν, Μουρτζούκου, Σιγάρα και Λεβή Σια», το οποίο είχε ιδρυθεί από τους Ζαχαρία Μουρτζούκο και Ζαχαρία Λεβή το 1906. Όταν η επιχείρηση αυτή πέρασε στα χέρια του Ανσέλμου και Σαούλ Μουρτζούκου στα τέλη του 1920, ο Σιγάρας ήρθε στην Αθήνα, όπου ίδρυσε το δικό του μεγάλο ατμοκίνητο υφαντουργείο στο Αιγάλεω, όπου εργάζονταν εκατοντάδες εργάτες από το Αιγάλεω, το Χαϊδάρι και την Αγία Βαρβάρα.
Χρησιμοποίησε ως εργατικό δυναμικό κυρίως Μικρασιάτες πρόσφυγες που είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή, μετά την καταστροφή της Σμύρνης το 1922. Οι πρόσφυγες ασκούσαν τη δραστηριότητα αυτή πριν αναγκαστούν να έρθουν στην Ελλάδα και με την εγκατάστασή τους έδωσαν μεγάλη ώθηση στον κλάδο, που αποτελούσε επί δεκαετίες έναν ισχυρότατο παραγωγικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας.
Στη διάρκεια του Μεσοπολέμου τον δημοτικό φωτισμό στο Αιγάλεω τον παρείχε η Εριουργία Σιγάρα.
Το γεγονός ότι Εριουργία Σιγάρα ήταν μια από τις σημαντικές ελληνικές βιομηχανίες, πιστοποιείται από το γεγονός ότι περιλαμβάνεται στον πίνακα του ΣΕΒ με τις “100 μεγαλύτερες Βιομηχανικές Επιχειρήσεις της χώρας”. Πιο συγκεκριμένα, το 1963 βρισκόταν στην 71η θέση, το 1964 στην 74η, το 1965 στην 73η, το 1966 στην 79η, ενώ μόλις ένα χρόνο μετά “κατρακύλησε” στην 95η θέση. Υπολογίζεται ότι στην καλή της περίοδο πρέπει να είχε γύρω στους 500 εργαζόμενους.
Το συγκρότημα λειτούργησε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1960. Διατηρείται η καμινάδα του, ορατή από την πλευρά της Αγίας Μαρίνας, που σηματοδοτεί τη βιομηχανική λειτουργία του χώρου. Στη θέση του λειτουργεί σήμερα το Πράκτικερ. Απολύτως συμβολικό: από την Ελλάδα της παραγωγής, στην Ελλάδα της κατανάλωσης εισαγόμενων -κατά το πλείστον- προϊόντων…
Η ιδιαίτερη σημασία έχει η αναφορά στη σχέση της τσιγγάνικης κοινότητας της Αγίας Βαρβάρας με το εργοστάσιο. Η εμπορική δραστηριότητα των τσιγγάνων συνδέθηκε με την Εριουργία Σιγάρα και τις κουβέρτες της. Είχαν τη δυνατότητα να παίρνουν το εμπόρευμα κατευθείαν από την πηγή και να το μεταφέρουν χωρίς άλλους μεσάζοντες στον καταναλωτή.
Μενέλαος Χρόνης