Έντμουντ Κίλι: Πέθανε ο Αμερικανός νεοελληνιστής που λάτρεψε την Ελλάδα και τον Σεφέρη
Ήταν το 1952 όταν ένας 23χρονος Αμερικανός μεταπτυχιακός φοιτητής στην Οξφόρδη έστειλε όχι μία αλλά τρεις επιστολές στον Γιώργο Σεφέρη ζητώντας του, με το επιτακτικό θάρρος της νιότης, να του αποκωδικοποιήσει κάποια κρυφά μηνύματα της ποίησής του, για τις ανάγκες της διατριβής που ήταν αφιερωμένη σε εκείνον και τον Κ. Π. Καβάφη. Έναν χρόνο αργότερα οι δυο τους θα συναντηθούν στο σπίτι του ποιητή στο Λονδίνο, μια συνάντηση που θα αποτελέσει την αρχή μιας μακράς και στενής φιλίας που αποτυπώθηκε γλαφυρά και στην λογοτεχνία. Ο φοιτητής ήταν ο φιλέλληνας μεταφραστής, δοκιμιογράφος, νεοελληνιστής, και συγγραφέας Έντμουντ Κίλι που έφυγε σήμερα από τη ζωή, σε ηλικία 94 ετών, αφήνοντας πίσω του σπουδαίο έργο.
Μεγάλο μέρος αυτού του έργου ήταν εμπνευσμένο από την Ελλάδα όπου ο ίδιος έζησε από το 1936 έως το 1939, την εποχή που ο πατέρας του ήταν Αμερικανός πρόξενος στη Θεσσαλονίκη. Οι πρώιμες αυτές εμπειρίες που βίωσε στη χώρα μας στάθηκαν ικανές για φυτέψουν μέσα στην καρδιά και στο μυαλό του το δημιουργικό «μικρόβιο» της μελέτης της νεολληνικής λογοτεχνίας την οποία διδάχτηκε στα Πανεπιστήμια του Πρίστον και της Οξφόρδης όπου φοίτησε για να την διδάξει, τις επόμενες δεκαετίες, στις νέες γενιές ως καθηγητής, Πρόεδρος της Ένωσης Νεοελληνικών Σπουδών και πρόεδρος του Αμερικανικού Κέντρου PEN.
Μετά το τέλος των σπουδών του, το 1949, επιστρέφει στην Ελλάδα η οποία αποτελούσε σε όλη τη ζωή του τη δεύτερη πατρίδα του αλλά και διαχρονική πηγή έμπνευσης για την λογοτεχνική του δραστηριότητα η οποία περιλαμβάνει επτά μυθιστορήματα, δεκατέσσερις τόμους ποίησης και πεζογραφίας σε μετάφραση και επτά τόμους κριτικών και άλλων δοκιμίων. Ανάμεσά τους και το μυθιστόρημα «Η Σπονδή» το οποίο απέσπασε, το 1959, το Rome Prize της Αμερικανικής Ακαδημίας Γραμμάτων και Τεχνών, οι μεταφράσεις έργων ποίησης για τις οποίες έχει επίσης τιμηθεί με πολυάριθμες διακρίσεις, το ελληνοκεντρικό «Αναπλάθοντας τον Παράδεισο – Το ελληνικό ταξίδι 1937-1947» αλλά και το «Γιώργος Σεφέρης-Edmund Keeley: Αλληλογραφία 1951-1971» στις σελίδες του οποίου έχει αποτυπωθεί η στενή σχέση που ανέπτυξε με τον Νομπελίστα Έλληνα ποιητή.
Εκείνον, που στην πρώτη τους συνάντηση στο Λονδίνο τού είχε εξηγήσει με στόμφο αναφερόμενος στα αγάλματα που πρωταγωνιστούν στα ποίημά του: «Αυτά τα αγάλματα, αγαπητέ μου, αυτά τα αγάλματα δεν είναι πάντα σύμβολα. Υπάρχουν. Αν ταξιδέψεις στην Ελλάδα, θα δεις ότι τα αγάλματα ανήκουν στο τοπίο. Είναι αληθινά. Και οι πέτρες. Οι πέτρες υπάρχουν, τις πατάς, αγαπητέ μου, ή βρίσκονται λίγο πιο πέρα κι έτσι να κάνεις το χέρι σου μπορείς να τις χαϊδέψεις».
«Αποκόμισα ένα σημαντικό μάθημα από εκείνη τη συνάντηση, που γρήγορα ενισχύθηκε από την εμπειρία που είχα με άλλους καταξιωμένους καλλιτέχνες κάποιου βεληνεκούς» θα εξομολογηθεί ο ίδιος υπογραμμίζοντας: «Η μεγαλοψυχία του Σεφέρη ήταν τόσο πλατιά ώστε να έχει την ευχέρεια να συγχωρήσει τη μεταπτυχιακή μου επέλαση στην ποίησή του, και αυτή η πρώτη συνάντηση δεν απέκλεισε επόμενες, οι οποίες εν τέλει οδήγησαν σε μια ανιδιοτελή φιλία.»
Στη στενή και δημιουργική σχέση έργου Εντμουντ Κίλι με την Ελλάδα αναφέρεται στο συλλυπητήριο μήνυμά της η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη σημειώνοντας μεταξύ άλλων: «Το πολύπλευρο, πολυδιάστατο έργο του Εντμουντ Κίλι, ως μεταφραστή, ποιητή, μυθιστοριογράφου, δασκάλου, συνδέθηκε με βαθείς δεσμούς με την Ελλάδα, με μια σχέση λατρείας για τον τόπο, τη γλώσσα, τους στίχους των Ελλήνων ποιητών. Γνώρισε στο αγγλόφωνο κοινό την ποίηση του Σεφέρη, του Καβάφη, του Ρίτσου και του Σικελιανού, μεταφέροντας, πέρα από τις λέξεις, το πνεύμα, την αίσθηση της ελληνικής ποίησης, μέσα από τις προσωπικές σχέσεις που ανέπτυξε, με ξεχωριστή τη μακρά φιλία του με τον Γιώργο Σεφέρη. Για τον Κίλι, η Ελλάδα δεν ήταν απλώς μια χώρα που γνώρισε και έζησε. Ήταν η δεύτερη πατρίδα του. Τον αποχαιρετούμε ως Έλληνα, με τον απεριόριστο σεβασμό που οφείλουμε στο σημαντικό του έργο και στη σπουδαία του συμβολή στη μετάδοση της ελληνικής κουλτούρας.»