Το βιβλίο, η φραπεδιά και η οθόνη! Έρχεται το τέλος της κλασσικής ανάγνωσης;


Γράφει ο Τρύφωνας Δάρας
Ο Σέξπηρ και ο Θερβάντες πέθαναν την ίδια ακριβώς ημέρα, στις 23 Απριλίου 1616! Με αφορμή τη σπουδαία αυτή σύμπτωση η UNESCO καθιέρωσε την ημέρα αυτή ως την παγκόσμια ημέρα βιβλίου.
Στη χώρα μας οι «εορτασμοί» ήταν άκρως διακριτικοί: κανείς δεν τους πήρε χαμπάρι! Ούτε αφιερώματα στα ΜΜΕ, ούτε ειδικές εκδηλώσεις, ούτε φυσικά κοσμοσυρροή στα βιβλιοπωλεία! Ίσως αν συνδυαζόταν με την «ημέρα της ψητής προβατίνας» ή τη «γιορτή της σαρδέλας», όπου επικρατεί το αδιαχώρητο στις σχετικές εκδηλώσεις, να είχε καλύτερη τύχη αυτή η αφιερωματική ημέρα!
Δεν έχουμε και πολύ καλές σχέσεις με το βιβλίο και το διάβασμα εμείς οι Έλληνες, είναι η αλήθεια! Και δεν το λέω εγώ. Το λένε όλες οι επίσημες έρευνες και οι μετρήσεις. Το Ευρωβαρόμετρο που έχει την κακιά συνήθεια να μετράει και να αξιολογεί κοινωνικές τάσεις και συμπεριφορές, μας πετάει κατάμουτρα ότι είμαστε οι τελευταίοι (όχι από τους τελευταίους: οι τελευταίοι κυριολεκτικά) στους δείκτες βιβλιοφιλίας αλλά και φιλαναγνωσίας ευρύτερα, αφού δεν διαβάζουμε ούτε εφημερίδες και άλλα έντυπα!
Σιγά τη διαπίστωση θα μου πείτε! Έχουμε μάλιστα έτοιμη και την ωραία και βολική εξήγηση: Το διάβασμα είναι για τους ξενέρωτους και «ανήλιαγους» βοριοευρωπαίους. Εμείς οι κάτοικοι της «ωραιότερης χώρας του κόσμου» γιατί να κλειστούμε μέσα για να διαβάσουμε όταν μπορούμε να λιαζόμαστε ολημερίς με τη φραπεδιά ή εσχάτως τον φρέντο καπουτσίνο μας, σχεδόν όλο το χρόνο;
Αυτή θα ήταν μια ωραία, πειστική και λίαν τουριστική αιτιολογία αν δεν ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με ένα άλλο επίσης αδιαμφισβήτητο εύρημα του Ευρωβαρόμετρου: Ότι μπορεί να είμαστε τελευταίοι στο διάβασμα αλλά κατατροπώνουμε τους πάντες στην τηλεθέαση αφιερώνοντας ώρες ολόκληρες μπροστά στο «χαζοκούτι». Δεν είναι δηλαδή ότι δεν κλεινόμαστε σπίτι μας και είμαστε όλη μέρα έξω. Είναι ότι όταν κλεινόμαστε μέσα, το κάνουμε για τους λάθος λόγους.

Όμως, για ένα λεπτό! Μήπως υπάρχει λύση ώστε να τα συνδυάσουμε όλα; Αφού δεν μπορούμε να πάρουμε τα μάτια μας πλέον από μια οθόνη, της τηλεόρασης, του λάπτοπ ή του κινητού, μήπως η λύση είναι να μεταφέρουμε το βιβλίο σε μια οθόνη; Σιγά μην δεν το σκεφτόταν αυτό η τεχνολογία που υποστηρίζει και προωθεί (αν δεν ορίζει…) τη σύγχρονη καταναλωτική κουλτούρα.
Και εγένετο το ηλεκτρονικό βιβλίο!
Στις διακοπές του Πάσχα είδα το γιό μου τον Πέτρο, μόλις αφιχθέντα εξ Εσπερίας όπου εργάζεται σε έναν από τους παγκόσμιους τεχνολογικούς κολοσσούς, να περιεργάζεται το νέο του gadget, μια μικρή, ελαφριά και κομψή φορητή συσκευή, λίγο μεγαλύτερη από ένα κινητό τηλέφωνο. Όταν τον ρώτησα τι είναι αυτό, μου απάντησε αφοπλιστικά «η βιβλιοθήκη μου»!! Και το εννοούσε: αυτό το ηλεκτρονικό μαραφέτι μπορεί να αποθηκεύσει χιλιάδες τίτλους βιβλίων και να σου εμφανίσει αυτό που επιθυμείς να διαβάσεις όταν και όπου το θελήσεις, καταβάλλοντας φυσικά το σχετικό τίμημα που πληροφορούμαι ότι είναι ελαφρά χαμηλότερο από την τιμή αγοράς του βιβλίου στην έντυπη μορφή του!
Η δυνατότητα ανάγνωσης μάλιστα ρυθμίζεται αναλόγως των συνθηκών. Μπορείς να διαβάσεις στο απόλυτο σκοτάδι ή και κάτω από τον εκτυφλωτικό ήλιο της παραλίας εκτός βεβαίως του ότι σ’ αυτή την περίπτωση θα πρέπει να είσαι κάπως πιο προσεκτικός στο ξαφνικό κύμα ή στην εναπόθεση στην άμμο δίπλα στα αντιηλιακά και στις βρεγμένες πετσέτες. Αυτοί που θα έχουν βέβαια πρόβλημα είναι οι επιδειξιομανείς και οι ματαιόδοξοι της παραλίας καθώς μόλις σβήσει η οθόνη κανείς δε θα μπορεί να διαπιστώσει αν διάβαζαν Κούντερα ή Άρλεκιν.
Για σκεφτείτε το λίγο: Η βιβλιοθήκη του παππού του Πέτρου είναι εκατοντάδες τόμοι που έχουν γεμίσει όλους τους διαθέσιμους χώρους του σπιτιού. Ανάμεσά τους και κάποιες σπάνιες εκδόσεις έργων αρχαίων κλασσικών του Πανεπιστημίου της Λειψίας του 19ου αι. για την τύχη των οποίων ανησυχώ πολύ μόλις εγώ φύγω. Η «βιβλιοθήκη» του Πέτρου μπορεί να είναι ένα ηλεκτρονικό μαραφέτι!
Και εμείς οι κλασσικοί προψηφιακοί αναγνώστες τι θα γίνουμε; Μπορεί το πάτημα ενός κουμπιού στο πλάι μιας οθόνης να δώσει την ίδια ευχαρίστηση με το ξεφύλλισμα ενός καλού βιβλίου; Σίγουρα δεν μπορεί αλλά δεν νομίζω ότι τα πράγματα είναι και τόσο τραγικά. Ακόμη κι αν δεν θέλουμε (που δεν θέλουμε) να προσαρμοστούμε ως σύγχρονοι «λουδίτες» στη νέα πραγματικότητα, νομίζω ότι αργεί ακόμη η στιγμή που το χαρτί, ακολουθώντας τον πάπυρο και την περγαμηνή θα μεταβληθεί σε μουσειακό έκθεμα σε ελεγχόμενες συνθήκες φωτός και υγρασίας.
Ή έτσι ελπίζω τουλάχιστον…