“Ο Λοβέρδος, οι ΠΑΣΟΚοι της Ν.Δ και το πραγματικό πολιτικό πρόβλημα!”


Γράφει ο Τρύφωνας Δάρας
Ζουν ή πέθαναν οι διαχωριστικές γραμμές;
Η σημερινή ανακοίνωση της προσχώρησης του Ανδρέα Λοβέρδου στη Ν.Δ δεν εξέπληξε κανέναν. Όχι μόνο γιατί είναι πολλοί οι πρώην ΠΑΣΟΚοι που έχουν ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο αλλά και γιατί ο ίδιος είχε από καιρό κάνει σαφείς τις προθέσεις του.
Ο ίδιος ο Λοβέρδος επικαλείται την ανάγκη «πολιτικής σταθερότητας» και την «υπεράσπιση της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας». Ωστόσο, οι προφάσεις αυτές φαντάζουν αδύναμες μπροστά στη σκληρή πραγματικότητα: πρόκειται για έναν πολιτικό που πριν λίγους μήνες επιθυμούσε να ηγηθεί του ΠΑΣΟΚ και να το ανασυγκροτήσει ως τον κύριο φορέα της Κεντροαριστεράς.
Πώς εξηγείται λοιπόν αυτή η θεαματική στροφή προς τη Δεξιά που επιβεβαιώνει τους φόβους και τις υποψίες που διατυπώθηκαν όταν διεκδικούσε την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ; Όταν τότε κάποιοι λέγαμε ότι αυτή η υποψηφιότητα λειτουργεί ως «δούρειος ίππος», με σκοπό τη μετατόπιση του κόμματος προς τη Δεξιά και τη σταδιακή του αφομοίωση από τη Ν.Δ. χαρακτηριζόμαστε ως «υπερβολικοί» ή «καχύποπτοι». Σήμερα, ο ίδιος μας επιβεβαιώνει με την επιλογή του.
Όμως το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι ο Λοβέρδος όπως δεν είναι ως πρόσωπα και οι μισοί Υπουργοί της Ν.Δ. που είναι πρώην ΠΑΣΟΚοι! Οι άνθρωποι κινήθηκαν με βάση τις προσωπικές τους επιδιώξεις και τα συμφέροντά τους και ως ένα βαθμό ή μάλλον από μια σκοπιά, καλά έκαναν!
Το πραγματικό πολιτικό πρόβλημα που το ΠΑΣΟΚ, η δημοκρατική παράταξη και ευρύτερα η κεντροαριστερά πρέπει να αντιμετωπίσουν, είναι άλλο: Η ένταξη πρώην κεντροαριστερών στελεχών στη Δεξιά σηματοδοτεί άραγε το τέλος των ιδεολογικών διαχωρισμών, όπως όλοι αυτοί οι κύριοι και οι κυρίες προσπαθούν να μας πείσουν ή αντιθέτως, φέρνει στην επιφάνεια το βάθεμα αυτών των διαχωριστικών γραμμών – και το κενό αξιών που καλύπτουν προσωπικά πολιτικά παιχνίδια και σκοπιμότητες;
Εδώ και δυόμιση αιώνες, από τότε που οι δύο παρατάξεις εγκαταστάθηκαν στις δυο πτέρυγες της επαναστατικής γαλλικής εθνοσυνέλευσης, οι έννοιες της Αριστεράς και της Δεξιάς συγκροτούσαν και εξακολουθούν να συγκροτούν δύο διαφορετικά και διακριτά οράματα για την κοινωνία: από τη μία πλευρά, ένα κοινωνικό κράτος με προτεραιότητα στην ισότητα, τη συλλογικότητα και τη δικαιοσύνη· από την άλλη, ένα μοντέλο ελεύθερης αγοράς, ατομικής ευθύνης και ιεραρχίας. Αυτές οι διαφορές δεν είναι ρητορικές. Αποτυπώνονται στο ποιος πληρώνει την κρίση, ποιος καρπώνεται την ανάπτυξη, ποιος έχει φωνή και ποιος μένει στο περιθώριο.
Η υποχώρηση του ΠΑΣΟΚ και της κεντροαριστεράς από τον ρόλο του κόμματος εξουσίας δεν συνοδεύτηκε από μια ιδεολογική μετατόπιση της κοινωνίας προς τα δεξιά. Συνοδεύτηκε, όμως, από την ευκαιρία για μια σειρά στελεχών να αναζητήσουν αλλού την πολιτική τους επιβίωση. Η μεταγραφή τους στη Δεξιά παρουσιάζεται συχνά ως «απόδειξη» ότι οι διαχωριστικές γραμμές ξεθώριασαν. Αλλά η πραγματικότητα είναι ακριβώς η αντίθετη: δεν πρόκειται για υπέρβαση των ιδεολογιών, αλλά για υπέρβαση των προσωπικών ορίων αξιοπρέπειας και συνέπειας.
Όσο οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες αυξάνονται, όσο η εργασία φθηναίνει και η στέγη γίνεται απλησίαστη για χιλιάδες νέους, όσο η υγεία και η παιδεία ιδιωτικοποιούνται σιωπηλά, οι διαχωριστικές γραμμές όχι μόνο δεν έχουν καταργηθεί αλλά γίνονται πιο καθαρές από ποτέ. Δεν είναι θέμα σημειολογίας. Είναι θέμα πολιτικής ουσίας.
Το «τέλος των ιδεολογιών» δεν είναι παρά ένα αφήγημα που εξυπηρετεί εκείνους που θέλουν να συνεχίσουν την ίδια πολιτική με διαφορετικούς πρωταγωνιστές. Είναι μια προσπάθεια να μας πείσουν ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές, ότι η πορεία είναι μονόδρομος, και ότι τελικά όλοι «το ίδιο είναι». Όμως, αυτή η ομογενοποίηση δεν είναι φυσικό φαινόμενο, είναι εργαλείο εξουσίας.
Οι κοινωνίες έχουν ανάγκη από ιδέες, όχι από διαχειριστές. Έχουν ανάγκη από πολιτική με αρχές, όχι από επαγγελματίες της επιβίωσης. Κι αν κάποιοι εγκαταλείπουν τον χώρο από τον οποίο προέρχονται, δεν σημαίνει ότι αυτός ο χώρος πέθανε. Σημαίνει πιθανόν και ότι καθάρισε από τα βαρίδια του. Αλλά είναι αλήθεια αυτό; Γιατί πέρα από την προσωπική του διαδρομή, η περίπτωση Λοβέρδου θέτει και σοβαρά ερωτήματα για το ίδιο το ΠΑΣΟΚ.
Πόσοι ακόμη υπάρχουν στις γραμμές του κόμματος που, παρά την επίφαση της πίστης στην Κεντροαριστερά, παραμένουν ιδεολογικά εγγύτεροι στη Δεξιά; Υπάρχουν και άλλοι ή και άλλες πίσω από τις κουρτίνες που περιμένουν ένα νεύμα του Μητσοτάκη; Και κυρίως, πώς θα εμπνεύσει ξανά εμπιστοσύνη ένα κόμμα που μοιάζει σήμερα πολιτικό «σουρωτήρι» και συνεχώς εκτεθειμένο και ευάλωτο σε τέτοιες διαρροές;
Ας μην ξεγελιόμαστε: δεν ζούμε το τέλος των διαχωριστικών γραμμών. Ζούμε την εποχή που αυτές οι γραμμές απαιτούν να τις υπερασπιστούμε πιο συνειδητά από ποτέ. Γιατί στον κόσμο που χτίζεται, το να μένεις αμέτοχος ή να παριστάνεις τον «υπερκομματικό», είναι πολιτική στάση. Και αυτή η στάση είναι εξ ορισμού βαθιά συντηρητική!
Ο Τρύφωνας Δάρας είναι νομικός και δημοσιογράφος, ιστορικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ στη Δυτική Αθήνα.