Νίκος Καραγιάννης, ypodomes.com
Η μεγάλη αύξηση που παρατηρείται στους μεγάλους άξονες της πρωτεύουσας μπορεί να μαρτυρήσει πολλά. Σε πρώτη ανάγνωση μπορεί κάποιος να πει ότι η δείχνει πως η κρίση είναι οριστικά πίσω μας. Οι Αθηναίοι εμπιστεύονται και πάλι το αγαπημένο τους ι.χ και οι δρόμοι της πόλης γεμίζει με τα οχήματα τους. Μία δεύτερη ανάγνωση μπορεί να είναι πως η σχέση του Αθηναίου με τα μέσα μαζικής μεταφοράς παραμένει «χλιαρή», πολύ πιο πίσω από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο και ειδικά μετά το ξέσπασμα της πανδημίας του κορωνοϊού.
Υπάρχει όμως και μία άλλη ανάγνωση. Αυτή που λέει πως τα μέσα μαζικής μεταφοράς δεν αποτελούν την πρώτη επιλογή για πολλούς συμπολίτες μας είτε γιατί δεν καλύπτουν τις ανάγκες τους είτε γιατί θεωρούν πως θα ταλαιπωρηθούν περισσότερο χρησιμοποιώντας τα.
Εδώ και πολλές δεκαετίες στην Αθήνα αναζητείται ο τρόπος που θα «σπρώξει» μαζικά τους πολίτες από την σιγουριά του ι.χ. τους στην «αρένα» των μέσων μαζικής μεταφοράς. Θα μου επιτρέψετε να καταθέσω εδώ την προσωπική μου εμπειρία, όντας ένας σχεδόν καθημερινός χρήστης των μέσων.
Τα ΜΜΜ της Αθήνας δεν είναι λίγα: έχουμε Μετρό, Τραμ, Προαστιακό, Λεωφορεία, Τρόλεϊ και έχουμε βέβαια και τα ταξί (είναι ένα μέσο μεταφοράς, όχι μαζικό, αλλά μπορεί να λογιστεί ως ένα ακόμα μέσο). Γιατί δεν καταφέρνουν να τραβήξουν περισσότερους επιβάτες;
Έχω την πεποίθηση ότι οι λόγοι είναι πολλοί αλλά οι κυρίαρχοι είναι το γεγονός πως έχει επηρεαστεί σημαντικά η λειτουργία τους κατά τη διάρκεια της κρίσης. Το προσωπικό σήμερα έχει μειωθεί σημαντικά, δεν γίνονται προσλήψεις, ενώ το δίκτυο των μέσων διευρύνεται. Ο στόλος επίσης όλων των μέσων αρχίζει και παρουσιάζει σοβαρά σημάδια γήρανσης και ανεπάρκειας.
Για τα λεωφορεία δεν νομίζω ότι χρειάζεται να πούμε πολλά, βλέπουμε όλοι την εικόνα τους, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες που γίνονται. Οι συρμοί του Μετρό πάσχουν από ανταλλακτικά, αποτελεί ερωτηματικό πως θα λειτουργήσουν 5,4χλμ νέου δικτύου Τραμ με το σημερινό στόλο. Και φυσικά με τι προσωπικό και τι συχνότητα θα λειτουργήσουν. Οι επεκτάσεις του Μετρό και του Τραμ τρομάζουν κατά κάποιο τρόπο το Υπ.Μεταφορών γιατί θα πρέπει να επιλυθούν τα προβλήματα που κληρονόμησε η κρίση.
Σαν μία προσωπική εμπειρία θα πρέπει να πω, πως με το σημερινό στόλο μέσων, υπάρχει ταλαιπωρία του κόσμου, δεν εξυπηρετείται επαρκώς. Μετακινούμενος με τη Γραμμή 2 από τα νότια προάστια προς το κέντρο, υπάρχουν επιβάτες στους σταθμούς Νέος Κόσμος, Συγγρού-Φιξ και Ακρόπολη που μπορεί τις ώρες αιχμής να χρειαστεί να περιμένουν για δεύτερο ή τρίτο συρμό προκειμένου να επιβιβαστούν.
Τους καλοκαιρινούς μήνες το φαινόμενο γίνεται ακόμα πιο έντονο, μέχρι οι Αθηναίοι να αρχίζουν να φεύγουν από την πόλη για τις καλοκαιρινές διακοπές τους. Επίσης μία απλή αριθμητική πράξη μπορεί να αποδείξει ότι θαύματα (τουλάχιστον στις αστικές συγκοινωνίες) δεν γίνονται. Αν βάλουμε σε μία εξίσωση από τη μία το διαθέσιμο προσωπικό, με το διαθέσιμο στόλο, συνυπολογίζοντας βλάβες, φθορές, απουσία ανταλλακτικών, άδειες (μην ξεχνάμε ότι είναι εργαζόμενοι) και από την άλλη αυξανόμενη ανάγκη για μετακινήσεις με τα ΜΜΜ, αυξανόμενο τουρισμό και αυξανόμενη ζήτηση ιδιαίτερα για το κέντρο της πόλης, το αποτέλεσμα δεν μπορεί να βγει θετικό.
Η ανάγκη για αναδιάρθρωση δρομολογίων, ταχεία προσθήκη νέου στόλου σε όλα τα μέσα και ένα πλάνο που να μπορεί να ανταποκρίνεται με μελλοντικές ανάγκες, θα πρέπει να μπει στη λίστα του Υπ.ΥΠΟΜΕ. Ειδάλλως θα πρέπει να εφευρεθεί μία παράδοξη μαθηματική πράξη που να φέρει επιπλέον επιβάτες στα μέσα και να μειώσει τα κινούμενα στην πόλη ι.χ.
Σήμερα η εμπειρία μετακίνησης με τα ι.χ. δεν είναι η ιδανική, δεν είναι ιδιαίτερα ευχάριστη για να μπορέσεις να πείσεις τον οδηγό να αφήσει το βολικό τιμόνι του. Το θέμα της εμπειρίας δεν θα πρέπει να υποτιμάται καθόλου. Αν ταλαιπωρηθείς για να πας στον προορισμό σου, θα προτιμήσεις να πας με το ι.χ. και ας κάνεις λίγο παραπάνω χρόνο ή ξοδέψεις περισσότερα χρήματα.
Αν δεν αλλάζουν ριζικά λοιπόν οι συμπαντικοί κανόνες της αριθμητικής, όποια φιλότιμη προσπάθεια και αν γίνει, αν δεν υπάρξουν προσθήκες σε έμψυχο υλικό, στόλο και επέκταση των μέσων μαζικής μεταφοράς, το φαινόμενο της κυκλοφοριακής ασφυξίας στην πόλη θα συνεχίσει να αυξάνεται και να μας προβληματίζει.