Ποιος φταίει; Επί 25 χρόνια σε πολεοδομική ομηρία μικροϊδιοκτήτες σε Νίκαια και Κορυδαλλό, δεν μπορούν να κτίσουν
Από το 1999 περιοχές της ΝΙΚΑΙΑΣ και του ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΥ εντάχθηκαν στο Σχέδιο Πόλεως, ωστόσο δεν επιτρέπεται στους πολίτες να χτίσουν στα οικόπεδα τους

Η δικαιολογία για την ομηρία πάρα πολλών μικροϊδιοκτητών είναι ο χαρακτηρισμός των οικοπέδων ως δασικών, ενώ με τον νόμο 2742/99 εντάχθηκαν στο σχέδιο πόλεως, και σύμφωνα με το άρθρο 48 του νόμου 4685/20 δεν είναι δασικά, καθώς και με τις αποφάσεις του ΣΤΕ, ακόμη και εάν ήταν ΔΑΣΟΣ, από τη στιγμή που εντάχθηκαν στο Σχέδιο Πόλεως έπαυσαν να προστατεύονται από τις διατάξεις του δασικού νόμου.
Ο πολιτικός μηχανικός κ. Δημήτριος Κοτσώνης παρουσιάζει ανακοίνωση του ΣΤΕ, που εκδόθηκε μετά από τις υπ΄ αρθ. 136471365/2012 αποφάσεις του, που δεν επιτρέπει καμία αμφιβολία για τον χαρακτήρα αυτής της έκτασης και που συνεπάγεται ότι οι δασικοί χάρτες δεν είναι νόμιμοι χαρακτηρίζοντας εκτάσεις που παλαιότερα ήταν γεωργικές ή κτηνοτροφικές ή μη δασικές
Απαραίτητη η Άμεση Πολεοδομική Τακτοποίηση των περιοχών Η και Η1 των Δήμων ΝΙΚΑΙΑΣ & ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΥ
του ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΤΣΩΝΗ
Στις 3/7 οι μελετητές της Μελέτης για την Πολεοδομική Τακτοποίηση του Δήμου ΝΙΚΑΙΑΣ, την παρουσίασαν στους δημότες της Νίκαιας.
Στο αντικείμενο αυτής της μελέτης, δεν περιλαμβάνονταν οι περιοχές Η και Η1, που βρίσκονται στον ορεινό όγκο του Αιγάλεω, οι οποίες έχουν καθοριστεί ως περιοχές ήπιας κατοικίας, από το1999, σύμφωνα με τον νόμο 2742/1999.
Στην ερώτηση των κατοίκων, γιατί σε αυτό το σχέδιο-πρόταση δεν περιέχονται αυτές οι περιοχές, απάντησαν, ότι οι περιοχές αυτές είναι χαρακτηρισμένες στους δασικούς χάρτες ως δασικές. Αυτό όμως είναι λάθος και δυστυχώς κατά την παρουσίαση αυτής της μελέτης δεν παρευρίσκονταν οι αρμόδιοι υπάλληλοι του Δήμου, προκειμένου να εξηγήσουν γιατί ο Δήμος θεωρεί ότι αυτές οι περιοχές είναι Δασικές, ενώ δεν ήταν ποτέ δασικές, ενώ μετά τον νόμο 2742/99 «μπήκαν» στο σχέδιο πόλεως και ενώ σήμερα απαγορεύεται να χαρακτηρίζονται δασικές, σύμφωνα με άρθρο 48 του νόμου 4685/2020 και τις σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Για τις περιοχές αυτές, με το άρθρο 21 του νόμου 2742/99 ( παρ. V εδάφιο ε και στ. ) οι περιοχές αυτές καθορίστηκαν, ως περιοχές κατοικίας, επί πλέον δε καθορίστηκε σε αυτές
- η οικιστική πυκνότητα τους,
- ο συντελεστής δομήσεως ,
- το μέγιστο ύψος ,
- η επικάλυψη των οικιών με στέγη, μεγίστου ύψους 1,50 μ.,
- καθώς και η μεγίστη επιφάνεια των κτιρίων και κατά τα λοιπά
- καθορίστηκε η εφαρμογή του Γ.Ο.Κ.
Καθορίστηκε δηλαδή, με τον ανωτέρω νόμο, ο Πολεοδομικός Κανονισμός αυτών των Περιοχών και παρέμεινε δε προς καθορισμό μόνο η έγκριση του Ρυμοτομικού τους σχεδίου. Δηλαδή καθορίστηκαν όσα ακριβώς περιλαμβάνει μια Πολεοδομική Μελέτη, μιας περιοχής που έχει ενταχτεί σε σχέδιο πόλεως!
Επέτρεψε ακόμη ο νόμος την υλοποίηση των αδειών, οι οποίες είχαν εκδοθεί σε αυτές τις περιοχές μέχρι την ημερομηνία της δημοσίευσης του και όχι μόνο αλλά επίτρεψε και την έκδοση οικοδομικών και την υλοποίησή τους, για όσες θα εκδίδονταν στο επόμενο εξάμηνο, έτσι ώστε να μην καταλείπεται ουδεμία αμφιβολία, ότι με αυτόν τον νόμο οι περιοχές Η και Η1, ενταχτήκαν στο σχέδιο πόλεως.
Σε ό,τι δε αφορά το Π. Διατάγματος στο οποίο αναφέρεται ο νόμος για την έγκριση του ρυμοτομικού σχεδίου, αυτό δεν αποτελεί την έγκριση πολεοδομικής μελέτης για την ένταξη περιοχής στο σχέδιο πόλεως, αλλά συμπληρωματική πράξη, της ένταξης αυτών των περιοχών στο σχέδιο των πόλεως.
Ειδικότερα:
Καθορίστηκε, ότι οι λοιποί όροι, η διαδικασία εφαρμογής και η οικιστική οργάνωση των Ζωνών Η και Η1 θα γινει με Π.Δ. μετά από εισήγηση του υπουργού Περιβάλλοντος, του υπουργού Γεωργίας και του ΟΡΣΑ ( παρ. VI ), καθώς και ότι :
α) Οι οικοδομικές άδειες για τις οποίες έχει υποβληθεί ο πλήρης φάκελος στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία μέχρι την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος, εκτελούνται, όπως εκδόθηκαν, ή εκδίδονται μέχρι το πολύ έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος, σύμφωνα με τις προϊσχύουσες διατάξεις και με βάση τα στοιχεία που έχουν υποβληθεί. Για τις άδειες αυτές έχουν εφαρμογή και οι διατάξεις του άρθρου 6 του π.δ. 8.7.1993 (ΦΕΚ 795 Δ΄). Τρόπος έκδοσης οικονομικών αδειών και έλεγχος των ανεγειρομένων οικοδομών, όπως ισχύει.
β) Ως προς τη χρήση των κτιρίων του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται η διάταξη της περίπτωσης 2 της παραγράφου III του παρόντος.
γ) Οι λοιποί όροι, η διαδικασία εφαρμογής και η οικιστική οργάνωση των Ζωνών Η και Η1 θα γίνει με προεδρικό διάταγμα, μετά από πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και του Υπουργού Γεωργίας και γνώμη του Ο.Ρ.Σ.Α
Όμως η χάραξη των δρόμων μιας περιοχής πόλεως είναι μια καθαρά τεχνική εργασία, η οποία δεν υπόκειται σε περιβαλλοντικές δεσμεύσεις ή σε κανονιστικές διατάξεις, πάρα μόνο στα τεχνικά συμπεράσματα της επιστήμης των αρμοδίων επιστημόνων. Κατά συνέπεια η έγκριση της, δια της έκδοσης του ανωτέρω π. δ,. δεν αποτελεί τίποτε περισσότερο από μια συμπληρωματική πράξη.
Πράξη, η οποία έπρεπε να έχει τακτοποιηθεί, με την ανάθεση από τους Δήμους της μελέτης σύνταξης του ρυμοτομικού σχεδίου αυτών των περιοχών και να το διευκρινίσουμε εδώ, ώστε να το κατανοήσουν όσοι δεν είναι εξοικειωμένοι με την πολεοδομική νομοθεσία και τεχνική, της χάραξης των δρόμων αυτών των περιοχών και την υποβολή του στον υπουργό για την έκδοση του προεδρικού διατάγματος εγκρίσεως του αυτού του σχεδίου.
Δεν πρόκειται δηλαδή για π. δ. εντάξεως περιοχής στο σχέδιο πόλεως ,αλλά περί εγκρίσεως του ρυμοτομικού σχεδίου μιας περιοχής, που έχειmενταχθεί στο Σχέδιο Πόλεως !
Οι περιοχές αυτές εντάχθηκαν στο σχέδιο πόλεως δια του νόμου και δεν χρειάζεται τίποτε περισσότερο για την ολοκλήρωση της ένταξης τους, από την χάραξη των δρόμων τους. Αυτό είναι το ρυμοτομικό σχέδιο, του οποίου οι Δήμοι είτε έπρεπε να το συντάξουν με τις τεχνικές τους υπηρεσίες, είτε με την απ΄ ευθείας ανάθεση σε μελετητές, αφού η αμοιβή για αυτήν την εργασία είναι εξαιρετικά μικρή και ο νόμος επιτρέπει την απ΄ ευθείας ανάθεση αυτής της εργασίας και να ζητήσουν από τον υπουργό την έκδοση του συγκεκριμένου π. διατάγματος.
Έτσι ώστε την επομένη, οι ιδιοκτήτες να μπορούν να βάλουν το κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους. Άνθρωποι που είναι χαμηλών εισοδημάτων, τα προσδιορίζει και το μέγεθος των οικόπεδων τους 250-300 τ.μ. και η θέση τους, ώστε να μην υπάρχει ούτε ο ισχυρισμός για την εξυπηρέτηση μεγάλων συμφερόντων.
Για μεροκαματιάρηδες πρόκειται κατά τούτο αποτελεί απορία τι συμβαίνει και ποιοι φταίνε, που εδώ και 25 χρόνια, οι ΔΗΜΟΙ δεν προχώρησαν σε αυτή την απλή πράξη ;
Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για αυτή την καθυστέρηση, ούτε καν η επίκληση περί δασικής έκτασης αυτών των περιοχών, αφού ο νόμος υπογράφεται και από τον υπουργό Γεωργίας, που αποδεικνύει ότι η Διεύθυνση Δασών συμφωνούσε στην ένταξη των συγκεκριμένων εκτάσεων στο σχέδιο πόλεως, όπως προβλέπονταν την εποχή θεσμοθέτησης του νόμου 2742/99 !
Ας προστεθεί, ότι ο νομός 2742/99 δεν αποτελεί έναν απλό νόμο ρυθμίσεως πολεοδομικών κανόνων και διαδικασιών αλλά νόμος με τον οποίο καθορίστηκε
« η θέσπιση θεμελιωδών αρχών και η θεσμοθέτηση σύγχρονων οργάνων, διαδικασιών και μέσων άσκησης χωροταξικού σχεδιασμού, που προωθούν την αειφόρο και ισόρροπη ανάπτυξη, κατοχυρώνουν την παραγωγική και κοινωνική συνοχή, διασφαλίζουν την προστασία του περιβάλλοντος στο σύνολο του εθνικού χώρου και στις επί μέρους ενότητές του και ενισχύουν τη θέση της χώρας στο διεθνές και ευρωπαϊκό πλαίσιο.»,
που συνεπάγεται, ότι συντάχθηκε με ιδιαίτερη προσοχή και επιστημονική κάλυψη για την προστασία του Περιβάλλοντος, ώστε να μην καθίσταται δυνατή η αμφισβήτηση των διατάξεων του.
Επομένως δεν ευσταθεί ουδεμία ένσταση περί της πολεοδομήσεως αυτών των περιοχών και φυσικά οι περί του δασικού χαρακτήρα τους απόψεις.
Σήμερα, όμως μετά το άρθρο 48 του νόμου 4685/2020, οι διατάξεις του οποίου κρίθηκαν συνταγματικές από το ΣτΕ ( αποφάσεις 1364+1365/2021 ), και καθορίζουν ότι «εκτάσεις, που για κάποιον νόμιμο λόγο εντάχθηκαν στο σχέδιο πόλεως, δεν χαρακτηρίζονται δασικές, ακόμη και εάν κατά τον χρόνο ένταξης τους ήταν δασικές» και όχι μόνο αλλά και επειδή δια των αποφάσεων του ΣτΕ καθορίστηκε Νέος Κανόνας, για τον τρόπο χαρακτηρισμού της βλάστησης των εκτάσεων, τον οποίο υποχρεούνται να εφαρμόζουν οι δασικές υπηρεσίες για τον προσδιορισμό του είδους της βλάστησης και αυτός ο κανόνας είναι:
«για να χαρακτηριστεί μια έκταση, η οποία ακόμη και εάν σήμερα έχει δασική βλάστηση, ως δασική, πρέπει να αποδειχθεί, ότι και παλαιότερα είχε δασική βλάστηση», συνεπάγεται ότι, οι χαρακτηρισμοί που έγιναν δια των δασικών χαρτών, οι οποίοι δεν ακολούθησαν αυτόν τον κανόνα είναι άκυροι και κάθε ισχυρισμός, που βασίζεται σε αυτούς μη νόμιμος και άκυρος.
Πέραν όμως από τα ανωτέρω οι εκτάσεις αυτές ούτε σήμερα έχουν δασική βλάστηση, ούτε παλαιότερα είχαν, όπως άλλωστε αποδεικνύεται και από την εργασία του διακεκριμένου δασολόγου κ. Χλύκα.
Κατά συνέπεια δεν ευσταθεί κανένας ισχυρισμός ή αμφιβολία περί του μη χαρακτήρα των ανωτέρω εκτάσεων ως δασικών και της υποχρέωσης των Δήμων, να ζητήσουν από τους μελετητές να συντάξουν τα ρυμοτομικά σχέδια αυτών των περιοχών και είτε να συντάξουν και το σχετικό π. δ., το οποίο οι ΔΗΜΟΙ θα υποβάλουν στον υπουργό για τις ενέργειες τους, είτε θα τα συμπεριλάβουν στην μελέτη τους.
Επισημαίνεται ότι τα ανωτέρω αφορούν τον ΔΗΜΟ ΝΙΚΑΙΑΣ, εξ αφορμής της εν εξελίξει πολεοδομικής μελέτης και σκοπό έχουν την συμπερίληψη των εκτάσεων αυτών σε αυτή.
Πρέπει όμως να επισημανθεί ότι δια του τρόπου αυτού δεν θα συμπεριληφθεί και το τμήμα της Έκτασης Η, το οποίο ανήκει στον Δήμο ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΥ και συνεπώς ο ΔΗΜΟΣ ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΥ πρέπει να προβεί στις ανάλογες ενέργειες.
Ας επισημάνουμε ακόμη ότι ο λόγος για τον οποίο η ολοκλήρωση της ένταξης των εκτάσεων Η και Η1, πρέπει να γίνει με την έκδοση του π.δ. έγκρισης του Ρυμοτομικού Σχεδίου των περιοχών αυτών, είναι επειδή ο χρόνος που θα απαιτηθεί για την έγκριση του ρυμοτομικού σχεδίου είναι ελάχιστος, αφού η πολεοδομική μελέτη αυτών των περιοχών είναι νομοθετημένη και δεν απαιτούνται οι χρονοβόρες διαδικασίες για την έγκριση της, ενώ η συμπερίληψη της στην ήδη μελέτη και η έγκριση της μέσω αυτής, υπόκειται σε χρονοβόρες διαδικασίες.
Για να απαντήσουμε και στις τυχόν αντιρρήσεις, επί των ανωτέρω.
Δεν επιτρέπεται, εν όψει όλων των ανωτέρω να προδικάζουμε την απόρριψη της έγκρισης από το ΣτΕ του ρυμοτομικού σχεδίου! Ας οδηγηθεί το π. δ/γμα για την έγκριση του ρυμοτομικού σχεδίου στο Συμβούλιο Επικρατείας και ας παύσουμε να προδικάζουμε την απόφαση των δικαστών!
Οι ΔΗΜΟΙ, λοιπόν, υποχρεούνται στη σύνταξη του ρυμοτομικού σχεδίου των περιοχών και την υποβολή του στον υπουργό, ο οποίος μια μόνο υποχρέωση έχει, να ζήτηση την γνώμη του Οργανισμού της Αθήνας, όπως σαφώς καθορίζει ο εν λόγω νόμος, χωρίς, βέβαια να δεσμεύεται από αυτήν και να αποστείλει το π.δ. στο ΣτΕ για την κρίση του.
Συνημ.
1 Άρθρο 21 του νόμου 2742/1999
2.Η Ανακοίνωση του ΣΤΕ επί των αποφάσεων του που έκριναν συνταγματικές τις διατάξεις του άρθρου 48/ν. 4684/20, δια των οποίων καθορίστηκε και ο νέος κανόνας για τον χαρακτηρισμό
των δασικών εκτάσεων, επί πλέον δε εξαιρέθηκαν όλες οι πολεοδομημένες εκτάσεις, ακόμη και εάν ήταν δασικές κατά τον χρόνο πολεοδομήσεως τους, λογω της ασφάλειας του δικαίου.
Κηφισιά 14.7.2025
Δημήτριος Κοτσώνης
πολιτικός μηχανικός
Ά ρ θ ρ ο 21 του νόμου 2742/1999
Καθορισμός ορίων ζωνών προστασίας του Όρους Αιγάλεω, καθώς και των χρήσεων και όρων δόμησης σε αυτές – Καθορισμός ειδικών χρήσεων και όρων δόμησης ζωνών στην περιφέρεια του ορεινού όγκου
Ι. Αντικείμενο της ρύθμισης
Καθορίζονται τα όρια, οι χρήσεις γης και οι όροι δόμησης του Όρους Αιγάλεω, το οποίο έχει κηρυχθεί ως τόπος ιδιαίτερου φυσικού κάλλους με την 25683/27.03.1969 απόφαση του Υφυπουργού Προεδρίας της Κυβερνήσεως «Περί κηρύξεως ορέων Υμηττού, Πεντελικού, Πάρνηθας, Κορυδαλλού και Αιγάλεω ως τόπων χρηζόντων ειδικής προστασίας» (ΦΕΚ 236 Β’) και βρίσκεται στην εκτός σχεδίου περιοχή των Δήμων Περάματος, Κερατσινίου, Νίκαιας, Κορυδαλλού, Αγίας Βαρβάρας, Χαϊδαρίου, Περιστερίου, Πετρουπόλεως, Νέων Λιοσίων, Καματερού, Άνω Λιοσίων, Φυλής, Ασπροπύργου, όπως τα όρια αυτά φαίνονται με διακεκομμένη μαύρη γραμμή και το γράμμα Δ (-Δ-) στα δεκαέξι (16) τοπογραφικά διαγράμματα σε κλίμακα 1:5.000, που δημοσιεύονται μαζί.
Καθορίζονται επίσης ζώνες ειδικών χρήσεων και όροι δόμησης στην περιφέρεια του ορεινού όγκου, όπως φαίνεται στα έξι (6) τοπογραφικά διαγράμματα, καθώς και σε ένα πρόσθετο που συνοδεύει το παρόν.
ΙΙ. Καθορισμός ορίων Ζωνών
Η ζώνη αυτή καθορίζεται ως περιοχή για τις εγκαταστάσεις της Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου (Δ.ΕΠ.Α.).
στ. α. Ζώνη Η:
Η περιοχή Δήμου Κορυδαλλού και Νίκαιας, που οριοθετείται στα συνοδευτικά διαγράμματα ως Ζώνη Η, χαρακτηρίζεται ως περιοχή ήπιας ανάπτυξης πρώτης κατοικίας με πυκνότητα που δεν θα υπερβαίνει τα 60 άτομα σε κάθε εκτάριο.
στ. β. Ζώνη Η1:
Η περιοχή του Δήμου Νίκαιας, που οριοθετείται στο συνοδευτικό διάγραμμα ως Ζώνη Η1, χαρακτηρίζεται ως περιοχή ανάπτυξης οργανωμένων προγραμμάτων στέγασης για πρώτη κατοικία με πυκνότητα που δεν θα υπερβαίνει τα 100 άτομα σε κάθε εκτάριο.
- Όροι και περιορισμοί δόμησης Ζωνών στην περιφέρεια του ορεινού όγκου.
Οι όροι και περιορισμοί δόμησης των ζωνών, που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, καθορίζονται ως εξής:
α. Ζώνη Ε:
Μέσα στη ζώνη αυτή ισχύουν οι διατάξεις του από 31.3.1987 προεδρικού διατάγματος (ΦΕΚ 303 Δ’), που αφορούν στις βιομηχανικές εγκαταστάσεις.
β. Ζώνη Ε1 ΚΑΙ Ε3:
Οι όροι και περιορισμοί δόμησης των ζωνών αυτών καθορίζονται με την έγκριση τοπικού ρυμοτομικού σχεδίου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26 του ν. 1337/1983.
γ. Ζώνη Ε2:
Οι όροι και περιορισμοί δόμησης στη ζώνη αυτή καθορίζονται με την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2545/1997 (ΦΕΚ 254 Α’).
δ. Ζώνη Ε4:
Οι όροι και περιορισμοί δόμησης στη ζώνη αυτή καθορίζονται από τις σχετικές ειδικές διατάξεις για τις εγκαταστάσεις της Δ.ΕΠ.Α.
ε. Τα ελάχιστα όρια εμβαδού και οι λοιποί όροι και περιορισμοί δόμησης των γηπέδων, που βρίσκονται στη Ζώνη Η, καθορίζονται ως εξής:
ε.α. μέγιστος συντελεστής δόμησης μηδέν κόμμα τέσσερα (0,4) στο σύνολο της έκτασης,
ε.β. μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος επτά και μισό (7,5) μέτρα,
ε.γ. οι οικίες θα πρέπει να καλύπτονται με στέγη μέγιστου ύψους ενός και μισού (1,5) μέτρου, ε.δ. μέγιστη επιτρεπόμενη επιφάνεια όλων των ορόφων ανά κτίριο διακόσια (200) τ.μ.
Κατά τα λοιπά ισχύει ο Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός (Γ.Ο.Κ.).
στ. Τα ελάχιστα όρια εμβαδού και οι λοιποί όροι και περιορισμοί δόμησης των γηπέδων, που βρίσκονται στην Ζώνη Η1, καθορίζονται ως εξής:
στ. α. μέγιστος επιτρεπόμενος συντελεστής δόμησης μηδέν κόμμα οκτώ (0,8) στο σύνολο της έκτασης,
στ. β. μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος δέκα και μισό (10,5) μέτρα,
στ. γ. μέγιστη επιτρεπόμενη επιφάνεια ανά κτίριο τριακόσια (300) τ.μ.
Κατά τα λοιπά ισχύει ο Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός (Γ.Ο.Κ.).
- Μεταβατικό καθεστώς
- Οικοδομικές άδειες, που έχουν εκδοθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, ή άδειες για τις οποίες έχει υποβληθεί ο πλήρης φάκελος στην αρμόδια πολεοδομική υπηρεσία μέχρι την ημερομηνία κατάθεσης του παρόντος, εκτελούνται, όπως εκδόθηκαν, ή εκδίδονται μέχρι το πολύ έξι (6) μήνες από τη δημοσίευση του παρόντος, σύμφωνα με τις προϊσχύουσες διατάξεις και με βάση τα στοιχεία που έχουν υποβληθεί. Για τις άδειες αυτές έχουν εφαρμογή και οι διατάξεις του άρθρου 6 του π.δ. 8.7.1993 (ΦΕΚ 795 Δ’) «Τρόπος έκδοσης οικοδομικών αδειών και έλεγχος των ανεγειρόμενων οικοδομών», όπως ισχύει.
- Ως προς τη χρήση των κτιρίων του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται η διάταξη της περίπτωσης 2 της παραγράφου ΙΙΙ του παρόντος.
- Οι λοιποί όροι, η διαδικασία εφαρμογής και η οικιστική οργάνωση των Ζωνών Η και Η1 θα γίνει με προεδρικό διάταγμα, μετά από πρόταση του Υπουργού Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων και του Υπουργού Γεωργίας και γνώμη του Ο.Ρ.Σ.Α.
Ανακοίνωση ΣτΕ
Ολ 1364-5/2021. Δασικοί χάρτες (ά. 48 ν. 4685/2020 και σχετική ΥΑ), 20/09/2021
ΣτΕ Ολ 1364-5/2021
Πρόεδρος ΣτΕ. : Μ. Σάρπ
Εισηγητής : Χ. Ντουχάνης
Δασικοί χάρτες (ά. 48 ν. 4685/2020 και σχετική ΥΑ)
Με τις 1364 και 1365/2021 αποφάσεις της μείζονος Ολομελείας του Συμβουλίου της
Επικρατείας κρίθηκε το ζήτημα της συνταγματικότητας του άρθρου 48 του ν. 4685/2020,
σχετικά με τους υπό έγκριση δασικούς χάρτες όλης της Χώρας.
Το βασικό στοιχείο του νέου συστήματος είναι ότι οι δασικοί χάρτες καταρτίζονται, όχι μόνο
βάσει αεροφωτογραφιών, που απεικονίζουν διαχρονικά τη δασική βλάστηση κάθε περιοχής,
αλλά και βάσει διοικητικών πράξεων, οι οποίες καθόριζαν άλλες χρήσεις για ορισμένες εκτάσεις
κατά το παρελθόν, ιδίως, μάλιστα, προ του Συντάγματος του 1975. Δηλαδή, το νέο σύστημα συνοψίζεται, σε απλούστευση, στον εξής κανόνα:
Δασικό είναι ό,τι καλύπτεται από δασική βλάστηση όχι μόνο σήμερα, αλλά και κατά το παρελθόν, αρκεί να μην έχει εκδοθεί διοικητική πράξη που να αλλάζει τη χρήση του, κατά βάση, πριν από το Σύνταγμα του 1975 και για όσο χρόνο συνεχίζεται η επιτραπείσα χρήση.
Προέβλεψε, ειδικότερα, ο νόμος αυτός ότι παρόμοιες εκτάσεις, οι οποίες έχουν αφιερωθεί, λόγου χάρη, στη γεωργική χρήση πριν από το Σύνταγμα του 1975, αποσυνδέονται από τη δασική νομοθεσία, εφόσον εξακολουθούν να καλλιεργούνται, όχι μόνο από τους διαδόχους όσων είχαν αποκατασταθεί, αλλά και από τους διαδόχους των τότε ιδιοκτητών.
Προέβλεψε επίσης ο νόμος ότι εξαιρούνται από τη δασική νομοθεσία και, άρα, δεν εμφανίζονται στους χάρτες ως δασικές, οι περιοχές όπου έχουν εγκατασταθεί βιομηχανικές εγκαταστάσεις, ακόμη και μετά το Σύνταγμα του 1975, μόνον, όμως, εφόσον η ίδρυσή τους έχει επιτραπεί βάσει διοικητικών πράξεων. Αντίστοιχες ρυθμίσεις περιέχει ο νόμος και για τις περιοχές που καταλαμβάνονται από εγκεκριμένα σχέδια πόλεων ή περιλαμβάνονται εντός οικισμών, τα όρια των οποίων έχουν καθορισθεί με διοικητικές πράξεις σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, έστω και μετά την ισχύ του Συντάγματος του 1975. Το σύστημα επεκτείνεται και στις οικοδομικές άδειες. Και οι εκτάσεις που είναι αναγκαίες για την εφαρμογή τους εξαιρούνται από τη δασική νομοθεσία, υπό προϋποθέσεις, ακόμη και αν εκδόθηκαν μετά το 1975 (πριν, όμως, από το ν. 4030/2011).
Ο πυρήνας του συστήματος αυτού κρίθηκε σύμφωνος με το Σύνταγμα (άρθρα 24 παρ. 1 και 2 και 117 παρ. 3). Κρίθηκε, ειδικότερα, ότι η αποτύπωση των δασικών εκτάσεων στους δασικούς χάρτες πρέπει να είναι αξιόπιστη και να μην περιλαμβάνει εκτάσεις, επί των οποίων δεν είναι νομικώς δυνατή η εφαρμογή της δασικής νομοθεσίας και δεν επιτρέπεται να κηρυχθούν ως αναδασωτέες για να ανακτήσουν τη χαμένη δασική τους βλάστηση, διότι η βλάστηση αυτή απομακρύνθηκε για κάποιο νόμιμο λόγο.
Κατά το Δικαστήριο, η εμφάνιση τέτοιων εκτάσεων, (καλλιεργουμένων ή άλλων) ως δασικών, θα προκαλούσε σύγχυση ως προς το ποιος είναι, πράγματι, ο δασικός πλούτος της χώρας, και θα εμπόδιζε τη χάραξη αποτελεσματικής δημόσιας πολιτικής για τη σωτηρία των δασών που έχουν διασωθεί και την αναγέννηση όσων έχουν παρανόμως καταστραφεί ή αποτεφρωθεί (κατασκευή δασοτεχνικών έργων, διαχειριστικές μελέτες, συντήρηση δασών, καθορισμός σχεδίου και μέσων πυροπροστασίας κ.λπ.).
Αλλά, κατά το Δικαστήριο, η εμφάνιση αυτών των εκτάσεων ως δασικών θα ναρκοθετούσε και την ανάπτυξη των γεωργικών δραστηριοτήτων, οι οποίες, ιστορικά, συνέβαλαν στη μεταπολεμική ανόρθωση της χώρας και στον επισιτισμό του πληθυσμού της, τα οποία είχε υπόψη του το Σύνταγμα και γι’ αυτό, άλλωστε, επιτρέπει την κατ’ εξαίρεση μεταβολή του προορισμού των δασών για γεωργικές χρήσεις.
Πέραν, όμως, αυτών, η εξαίρεση των εκτάσεων που έχουν αποδοθεί σε άλλες χρήσεις με διοικητικές πράξεις, εξοπλισμένες με το τεκμήριο της νομιμότητας, αποσκοπεί και στην ασφάλεια δικαίου, η οποία δεν συμβιβάζεται με τη διαρκή αναμόχλευση εννόμων σχέσεων που έχουν διαμορφωθεί κατά το παρελθόν (π.χ. πολεοδόμηση δεκάδων Δήμων της Αττικής, οι οποίοι, πριν ενταχθούν σε σχέδιο είχαν, ίσως, δασικό χαρακτήρα και μη νομίμως εντάχθηκαν τότε).
Σε κάθε περίπτωση, όπως έκρινε το Δικαστήριο, η ισορροπία μεταξύ προστασίας του
περιβάλλοντος και ασφάλειας δικαίου διασφαλίζεται από την πρόβλεψη του νομοθέτη ότι η
εξαίρεση από τη δασική νομοθεσία των εκτάσεων αυτών τίθεται υπό τη διαρκή αίρεση της
συνέχισης της χρήσης που επέτρεψε η διοικητική πράξη (π.χ. γεωργική), αφού, αν η χρήση αυτή
εγκαταλειφθεί, η έκταση υπάγεται και πάλι στη δασική νομοθεσία.
Το Δικαστήριο, παρά ταύτα, ακύρωσε δύο διατάξεις της υπουργικής απόφασης που είχε
προσβληθεί. Πρώτον, ακύρωσε, ως αντίθετες με το Σύνταγμα, τις διατάξεις που εξαιρούσαν από
τη δασική νομοθεσία εκτάσεις για τις οποίες είχαν εκδοθεί οικοδομικές άδειες, στην περίπτωση
που αυτές δεν έχουν ακόμη υλοποιηθεί. Κρίθηκε, ειδικότερα, ότι η εφαρμογή της διάταξης
αυτής θα επέτρεπε την εκχέρσωση δασικών εκτάσεων, για πρώτη φορά σήμερα, με σκοπό την
ανέγερση κτιρίων, γεγονός αντίθετο με την ήδη ισχύουσα συνταγματική προστασία των δασών.
Δεύτερον, ακύρωσε την εξαίρεση από τη δασική νομοθεσία περιοχών εντός οικισμών, που είχαν
οριοθετηθεί με απρόσφορες ρυθμίσεις ή διοικητικές εγκυκλίους και όχι σύμφωνα με την πάγια
σχετική νομοθεσία.
Οι αποφάσεις δεν ήταν ομόφωνες. Οκτώ σύμβουλοι διατύπωσαν τη γνώμη ότι, ειδικώς ως
προς τις οικοδομικές άδειες, η εξαίρεση από τη δασική νομοθεσία δεν έπρεπε να επεκταθεί,
όπως προέβλεπε ο νόμος, και σε άδειες που εκδόθηκαν μετά την ισχύ του Συντάγματος του 1975
6 (μέχρι την ισχύ του ν. 4030/2011), κατά παράβαση της συνταγματικής νομιμότητας. Οι σχετικές
εκτάσεις έπρεπε, κατά τη γνώμη των οκτώ αυτών συμβούλων, να απεικονίζονται στους χάρτες
ως δασικές, παρά το τεκμήριο νομιμότητας των οικοδομικών αδειών.
Προς την αντίθετη κατεύθυνση, άλλοι οκτώ σύμβουλοι διατύπωσαν τη γνώμη ότι η εξαίρεση από τη δασική νομοθεσία έπρεπε να καταλαμβάνει και τις οικοδομικές άδειες που δεν έχουν υλοποιηθεί. Τούτο, διότι η μη υλοποίησή τους οφείλεται στη δυσμενή οικονομική συγκυρία της περασμένης δεκαετίας, η οποία ανάγκασε το νομοθέτη να παρατείνει συνεχώς την ισχύ των οικοδομικών αδειών, οι δε ενδιαφερόμενοι, που εκμεταλλεύθηκαν καλόπιστα τις παρατάσεις αυτές και ανέβαλαν την ανέγερση των οικοδομών τους, δεν μπορούν πλέον να τις κατασκευάσουν και θίγονται υπέρμετρα κατά παράβαση της ασφάλειας δικαίου.
Δύο σύμβουλοι θεώρησαν ότι έπρεπε να μην εξαιρεθούν από τη δασική νομοθεσία ούτε οι οικισμοί που είχαν οριοθετηθεί με τις πάγιες διατάξεις, αλλά από αναρμόδια όργανα. Τέλος, μία σύμβουλος διαφώνησε καθ’ ολοκληρία με το σύστημα κατάρτισης των δασικών χαρτών, που προβλέπει αποτύπωση των διοικητικών πράξεων στους δασικούς χάρτες και την εξαίρεση από τη δασική νομοθεσία των εκτάσεων, στις οποίες αφορούν.
Υποστήριξε, ειδικότερα, ότι οι πράξεις αυτές είχαν εκδοθεί από όργανα της αγροτικής νομοθεσίας, τα οποία δεν διέθεταν την εξοικείωση των δασικών οργάνων με τη δασική νομοθεσία και ότι, κατά συνέπεια, οι πράξεις αυτές είναι απρόσφορες για την κατάρτιση των δασικών χαρτών. Κατά τη γνώμη αυτή, η υιοθέτηση αυτού του συστήματος υποβαθμίζει την προστασία των δασών και, μάλιστα, χωρίς αποχρώντα λόγο, αφού οι ωφελούμενοι από τις διοικητικές πράξεις δεν εμποδίζονται να συνεχίσουν τις δραστηριότητες που έχουν επιτραπεί από αυτές (π.χ. γεωργικές), χωρίς, όμως, αυτό να σημαίνει ότι οι σχετικές εκτάσεις πρέπει να εμφανίζονται ως μη δασικές και στους δασικούς χάρτες, ενώ, κατά τα λοιπά, η εκ νέου ανάρτηση και κύρωση των δασικών χαρτών απομακρύνει χρονικά, μη νομίμως, την
ολοκλήρωση του Δασολογίου.
Τέλος, το Δικαστήριο ομοφώνως επιβεβαίωσε την ισχύουσα νομολογία του περί χρονικής
προτεραιότητας του Δασολογίου έναντι του Κτηματολογίου, υπό την έννοια ότι η
κτηματογράφηση πρέπει να στηρίζεται σε αξιόπιστους δασικούς χάρτες, ώστε το Δημόσιο να
μπορεί αποτελεσματικά να αποκρούσει κακόπιστες διεκδικήσεις από τρίτους ιδιοκτησιακών
δικαιωμάτων του επί δασικών εκτάσεων.