Περισσότεροι από 100 οικονομολόγοι απευθύνουν σήμερα έκκληση να διαγραφούν τα δημόσια χρέη που διακρατά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) ώστε να διευκολυνθεί η κοινωνική και οικολογική ανοικοδόμηση μετά την πανδημία της Covid-19. Ενώ το δημόσιο χρέος αυξήθηκε πάρα πολύ για να προστατευθούν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, «οι πολίτες ανακαλύπτουν, ορισμένοι με τρόμο, πως σχεδόν το 25% του ευρωπαϊκού δημόσιου χρέους το διακρατά η κεντρική τράπεζά τους», αναφέρουν αυτοί οι οικονομολόγοι σε άρθρο τους που δημοσιεύεται από εννέα ευρωπαϊκές εκδόσεις.
«Οφείλουμε στον εαυτό μας 25% του χρέους μας και, αν αποπληρώσουμε αυτό το ποσό, θα πρέπει να το βρούμε από αλλού, είτε δανειζόμενοι εκ νέου για να καλύψουμε το χρέος αντί να δανειζόμαστε για να επενδύσουμε, είτε αυξάνοντας τους φόρους ή μειώνοντας τις δαπάνες», εξηγούν αυτοί οι οικονομολόγοι, μεταξύ των οποίων ο Τομά Πικετί, ο βέλγος πρώην υπουργός Πολ Μανιέτ και ο ούγγρος πρώην επίτροπος της ΕΕ Άντορ Λάζλο.
Για την ΕΚΤ, η διαγραφή των χρεών των κρατών, η διαπραγμάτευση των οποίων γίνεται αυτή τη στιγμή με πολύ χαμηλά, ακόμη και αρνητικά επιτόκια, «δεν αποτελεί επιλογή», διότι «θα υπήρχε ο κίνδυνος οι πολίτες να χάσουν την εμπιστοσύνη στο νόμισμα», είχε δηλώσει τον Ιούνιο ο Ίταλός Φάμπιο Πανέτα, μέλος του διευθυντηρίου της ΕΚΤ.
Οι υπογράφοντες εκτιμούν αντιθέτως ότι ο θεσμός αυτός, που έχει την έδρα του στη Φρανκφούρτη, θα μπορούσε, διαγράφοντας τις πιστώσεις του, «να προσφέρει στα ευρωπαϊκά κράτη τα μέσα για την οικολογική ανοικοδόμησή τους, αλλά και για την αποκατάσταση της κονωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής ζωής».
Η διαγραφή των δημόσιων χρεών ή η μετατροπή τους σε άτοκα χρέη εις το διηνεκές θα μπορούσε να γίνει με αντάλλαγμα τη δέσμευση των κρατών «να επενδύσουν τα ίδια ποσά στην οικολογική και κοινωνική ανοικοδόμηση».
«Τα ποσά αυτά ανέρχονται σήμερα, για το σύνολο της Ευρώπης, σε σχεδόν 2,5 τρισεκατομμύρια ευρώ», σύμφωνα με την έκκληση που δημοσιεύθηκε μεταξύ άλλων από τις Le Monde (Γαλλία), El Pais (Ισπανία), La Libre Belgique (Βέλγιο), Der Freitag (Γερμανία) και l’ Avvenire (Ιταλία).
Οι υπογράφοντες υποστηρίζουν πως «η διαγραφή δεν απαγορεύεται ρητά από τις ευρωπαϊκές συνθήκες» και πως «η ιστορία μας έχει δείξει πολλές φορές ότι οι νομικές δυσκολίες εξαφανίζονται μπροστά στις πολιτικές συμφωνίες».
Ανήσυχοι μπροστά σε μια ενδεχόμενη επιστροφή των πολιτικών λιτότητας που περιλαμβάνουν μειώσεις του δημόσιου χρέους, όπως αυτές που έγιναν από το 2015 μέχρι την αρχή της κρίσης της Covid-19, οι πανεπιστημιακοί καλούν επίσης για «μια νέα ευρωπαϊκή διακυβέρνηση, κυρίως με την υιοθέτηση της αυξημένης πλειοψηφίας όσον αφορά τα δημοσιονομικά ζητήματα».