ΔΥΤΙΚΗ ΑΘΗΝΑ
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση καταλύτης βιώσιμης ανάπτυξης και κοινωνικής συνοχή
Η δημόσια διοίκηση και η διαχείριση της πολιτικής μας ζωής, κυρίως στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, είναι “κλειδωμένες” ακόμα πίσω από μηχανισμούς και κόμματα που παραπαίουν και δεν θα αντέξουν για πολύ. Η αναδιοργάνωση σε μία άλλη νομιμοποιητική βάση, λιγότερο κομματική και ιδεοληπτική και περισσότερο παραμετροποιημένη, με έναν τρόπο που να χωρά όλο και περισσότερους, χωρίς όμως να τους ομογενοποιεί και να τους καπελώνει, αλλά αντιθέτως να αντλεί δύναμη από την ισόνομη διαφορετικότητά τους, είναι αναπόφευκτη.
Γράφει ο Γιώργος Τερζάκης
Σε αυτή τη χώρα, όπως και στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, οποιοσδήποτε διαχρονικά προσέφερε και αποδείχτηκε σημαντικός για την κοινωνία έμεινε πένητας, “απολειφάδι” και παραγκωνισμένος. Αυτό είναι νοσηρό. Νοσηρό όμως για το σύστημα. Τόσο όμως απαραίτητο για τη ψυχική υγεία και αξιοπρέπεια των ανθρώπων, που διάλεξαν αυτόν το δρόμο.
Η κοινωνία συχνά ακούει τις δυνατές και καθαρές φωνές. Ποιος, λοιπόν, θα μπορούσε να αποτελέσει τη “δυνατή και καθαρή φωνή”, που θα ηγεμονεύσει στην αντιστροφή της καθοδικής φαύλης πορείας και στην έναρξη ενός ενάρετου κύκλου;
Το ρόλο αυτό μπορεί να το αναλάβει η Αυτοδιοίκηση, ως συντακτικός πόλος των κινήσεων και των πρωτοβουλιών της κοινωνίας των πολιτών, επειδή:
α) Η δημοτική εξουσία είναι, θεσμικά, η πλησιέστερη στον πολίτη. Ο δήμαρχος, οι δημοτικοί σύμβουλοι, ο συμπαραστάτης του δημότη, η επιτροπή διαβούλευσης, η επιτροπή ένταξης των μεταναστών, οι επιτροπές του δημοτικού συμβουλίου κ.ά., είναι οι άνθρωποι και οι θεσμοί που εμπλέκονται άμεσα στην καθημερινότητα του δημότη.
β) Ο “Καλλικράτης”, ενώ σε θέματα δημοκρατίας και αποκέντρωσης έχει μεγάλες αδυναμίες, στον σχεδιασμό πολλά κενά και στη χρηματοδότηση τεράστια προβλήματα, εντούτοις, σε θέματα διαφάνειας, χρηστής διοίκησης και συμμετοχής επιχειρεί σημαντικές αλλαγές. Ποιος τις αξιοποιεί; Πώς τις διευρύνει; Πότε τις ενισχύει; Γιατί από γνωμοδοτικού χαρακτήρα να μην γίνουν θεσμικοί συνομιλητές των αιρετών και της δημοτικής αρχής;
γ) Η “πόλη” και η Τοπική Αυτοδιοίκηση σήμερα επανέρχονται ιστορικά ως κρίσιμο μέγεθος για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων κλίμακας στη διοίκηση, στην ανάπτυξη, στο περιβάλλον και στην κοινωνική συμμετοχή.
δ) Η ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού στον χώρο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης μπορεί να βελτιωθεί σημαντικά σε σχέση με τους “βλαχοδήμαρχους” και τα λαμόγια του πρόσφατου παρελθόντος, όταν σε αυτό το δυναμικό συμπεριληφθούν νέοι άνθρωποι, επιστήμονες ή εργαζόμενοι με νέες ιδέες, με ανιδιοτέλεια και ηθική, που η σημερινή νέα γενιά διαθέτει σε πολύ μεγάλο βαθμό, ερασιτέχνες πολιτικοί όχι με την έννοια των περιορισμένων γνώσεων, αλλά του εραστή της τέχνης της πολιτικής, που τεκμηριωμένα και δικαιολογημένα ζητάει από τους επαγγελματίες πολιτικούς να κάνουν στην άκρη. Ας μην ξεχνάμε ότι τον Τιτανικό τον σχεδίασαν και των κατασκεύασαν επαγγελματίες, ενώ την “Κιβωτό” ο ερασιτέχνης ναυπηγός Νώε.
Δημιουργούνται, έτσι, ευνοϊκές συνθήκες για ριζική αλλαγή του αυτοδιοικητικού τοπίου. Υπό μία βασική προϋπόθεση: Αυτές οι νέες δυνάμεις να αξιοποιήσουν, να διευρύνουν αλλά και να υπερβούν προς όφελος της κοινωνίας τις δυνατότητες που δίνει το εκάστοτε θεσμικό πλαίσιο.
Μέσα από το παράδειγμα της τίμιας και ηθικής διοίκησης, της θέσπισης και υλοποίησης εφαρμόσιμων κανόνων, της αποκέντρωσης και της συμμετοχής του πολίτη να επιχειρήσουν το δύσκολο εγχείρημα: Την αλλαγή της νοοτροπίας και των συμπεριφορών στο πώς κατοικούνται και πώς αναπτύσσονται οι πόλεις, πώς εξασφαλίζονται και πώς παρέχονται οι υπηρεσίες ποιότητας, πώς ρυθμίζονται οι σχέσεις των πολιτών με τη διοίκηση, πώς θεσμοθετούνται και τηρούνται οι κανόνες συμβίωσης και αλληλεγγύης με το οικείο, αλλά και με το διαφορετικό. Τελικά, πώς εξανθρωπίζεται η ζωή στην πόλη.
Η Αυτοδιοίκηση, σαφώς, δεν θα λύσει τα προβλήματα του χρέους και των ελλειμμάτων ούτε και μπορεί να γίνει κόμμα στη θέση των κομμάτων. Μπορεί, όμως, να συμβάλει καταλυτικά στη βιώσιμη τοπική ανάπτυξη, στη συνοχή του δοκιμαζόμενου κοινωνικού ιστού των πόλεων, αλλά και στην αποκατάσταση της χαμένης αξιοπιστίας των δημοκρατικών θεσμών.
Η πολιτική αυτονομία, η τόλμη και το ρίσκο στις επιλογές, το ρίζωμα στην κοινωνία των πολιτών είναι ο δρόμος που η αυτοδιοίκηση οφείλει να πορευτεί. Η δυναμική από τις κοινωνικές διεργασίες όχι μόνο δεν πρέπει να χαθεί, αλλά είναι αναγκαίο να αποτυπωθεί στις επικείμενες εκλογές των κεντρικών οργάνων της Αυτοδιοίκησης, γιατί, σε αντίθετη περίπτωση, κινδυνεύει να οδηγήσει σε στενά κομματικά όργανα, που τώρα καλλωπίζονται με κρέμες αντιγήρανσης, και να αποτελέσει αρνητική σηματοδότηση για τις προοπτικές και την αξιοπιστία της Αυτοδιοίκησης έναντι της κοινωνίας των πολιτών.
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση οφείλει να προσπαθήσει, γιατί μπορεί να πετύχει. Η κοινωνία τη χρειάζεται στα δύσκολα.
Την Τοπική Αυτοδιοίκηση δεν θα την φτιάξουν μόνο οι ικανότητές των αιρετών, αλλά κυρίως οι επιλογές και η συμμετοχή των πολιτών.